Ο θεσμός της νομικής βοήθειας στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας ρυθμίστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα με την εισαγωγή του άρθρου 96Α ΚΠΔ με το άρθρο 17 N. 2721/1999. Το άρθρο αυτό καταργήθηκε με τον N. 3226/2004, ο οποίος ρυθμίζει πλέον αναλυτικά, μετά από αλλεπάλληλες τροποποιήσεις, το πλαίσιο της νομικής βοήθειας στη χώρα μας όχι μόνο για τις ποινικές υποθέσεις αλλά και τις αστικές και τις διοικητικές.

Η νομική βοήθεια, ιδίως στον ευαίσθητο χώρο της ποινικής δικαιοσύνης όπου διακυβεύεται το μείζον αγαθό της ελευθερίας ενός προσώπου, είναι αναμφισβήτητα ένα πολύτιμο εργαλείο για την εγγύηση του δικαιώματος σε έννομη προστασία και δίκαιη δίκη καθώς και τη διαφύλαξη του τεκμηρίου αθωότητας. Η νομική βοήθεια σε ποινικές υποθέσεις παρέχεται εδώ και χρόνια στη χώρα μας χωρίς εισοδηματικά κριτήρια και χωρίς διακρίσεις σε κάθε πρόσωπο που εμπλέκεται σε υποθέσεις κακουργημάτων. Τα εισοδηματικά κριτήρια εξακολουθούν να ισχύουν για υποθέσεις μικρότερης βαρύτητας, σε κάθε περίπτωση πάντως, το εύρος που καλύπτει πλέον η δωρεάν παροχή νομικής βοήθειας είναι σαφώς μεγαλύτερο.

Το υπάρχον σύστημα έχει προφανώς ατέλειες, όχι μόνο σε επίπεδο νομοθετικό αλλά και σε επίπεδο εφαρμογής. Η συνεργασία όλων των εμπλεκομένων, η έγκαιρη ενημέρωση των ενδιαφερομένων, η διαφάνεια στη λειτουργία του είναι ζητήματα ακόμα ανοιχτά προς βελτίωση. Κομβικό άλλωστε σημείο είναι το ζήτημα της διερμηνείας στις ποινικές υποθέσεις, το οποίο εν πολλοίς παραμένει χαοτικό, προκαλώντας δυσλειτουργίες στην απονομή της δικαιοσύνης, συχνά σε βάρος των κατηγορουμένων. Η συστηματική καταγραφή των προβλημάτων και η μελέτη προτάσεων στις οποίες αποσκοπεί το πρόγραμμα αυτό, μαζί με τη συνεργασία όλων των αρμόδιων φορέων,είναι ένα βήμα προς τη βελτίωση και την αναβάθμιση του θεσμού της νομικής βοήθειας.