Φόβος και μίσος απέναντι στα δικαιώματα

του Κωνσταντίνου Τσιτσελίκη*

Οι πρόσφατες καταιγιστικές εξελίξεις αναφορικά με την Χρυσή Αυγή ανέδειξαν νέα ζητήματα που φαίνεται ότι είναι πλέον αποφασιστικής σημασίας για την πολιτειακή συγκρότηση αυτής της χώρας αλλά και για την ασφάλεια μεγάλου τμήματος των κατοίκων της. Το τελικό ζητούμενο και διακύβευμα της πορείας αυτής είναι τα όρια αντικειμενικής αντοχής και επιτρεπτής ανοχής του κράτους δικαίου απέναντι σε οργανώσεις που καταστατικά αποσκοπούν στην ανατροπή της πολιτειακής δομής του κράτους και την εγκαθίδρυση μιας απολυταρχικής στρατοκρατικής διακυβέρνησης με όρους φυλετικής καθαρότητας.

Η ανοιχτή μέχρι πρότινος εξύμνηση του γερμανικού ναζισμού, και η συνεχής προβεβλημένη ιδεολογική ταύτιση με την δικτατορία του Μεταξά και βέβαια με την χούντα των συνταγματαρχών τεκμηριώνει τις πολιτικές βλέψεις του κόμματος. Από την άλλη πλευρά, η διάχυτη απειλή και χρήση βίας απέναντι στους πολιτικούς αντιπάλους (στο ευρύτερο φάσμα της Αριστεράς) και ομάδες-στόχους (μετανάστες, Εβραίοι, μουσουλμάνοι, ομοφυλόφιλοι) είναι συνδεδεμένη με τις προσωπικές και ομαδικές παράνομες δράσεις των αρχηγικών και χαμηλόβαθμων στελεχών της Χ.Α: προστασία μαγαζιών, ξέπλυμα χρήματος, διακίνηση όπλων, γυναικών και εργατικού δυναμικού σε φτηνές τιμές(!).

Η διαχείριση του φαινομένου αφορά τρία διαφορετικά επίπεδα: την Χ.Α ως εγκληματική οργάνωση, την Χ.Α ως πολιτικό κόμμα, και την ακροδεξιά ως πολιτικό χώρο που εκφράζει τμήμα του εκλογικού σώματος. Όπως γράφαμε σε αναλυτικό κείμενο της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, «παράλληλα με την αποτελεσματική πολιτική και ποινική αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής, απαιτείται αναίρεση των πολιτικών εκείνων επιλογών που επιφέρουν τον εκφασισμό τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας και δομών του κρατικού μηχανισμού. Και αυτό είναι θέμα ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας» (www.hlhr.gr/?MDL=pages&SiteID=961). Αν την εγκληματική οργάνωση την έχει αναλάβει η Δικαιοσύνη, με μεγάλη καθυστέρηση που κόστισε ζωές, το πολιτικό κόμμα επιχειρεί με αδέξιες κινήσεις να αντιμετωπίσει, επίσης με καθυστέρηση, η κυβέρνηση και ενδεχομένως ο νομοθέτης. Τα υπό συζήτηση νομοθετικά μέτρα αποτελούν ειδική παρέμβαση που έρχεται να ρυθμίσει εν θερμώ τρέχον ζήτημα. Ασφαλώς θα είχε ενδιαφέρον να συζητηθούν τα παραδείγματα άλλων περιπτώσεων όπου βουλευτές φυλακίστηκαν, όπως στην Β. Ιρλανδία και την Τουρκία (σε τρεις διαφορετικές μάλιστα περιστάσεις, των ισλαμιστών, των κούρδων βουλευτών και σήμερα ενός δημοσιογράφου της μείζονος αντιπολίτευσης). Όμως η συζήτηση αυτή εκφεύγει του αντικειμένου του παρόντος.

Αυτό που απασχολεί περισσότερο, είναι το τμήμα του εκλογικού σώματος και η στάση του δημόσιου λόγου απέναντί του. Η ακροδεξιά ρητορική έχει για 20 χρόνια τώρα δηλητηριάσει με φόβο την ελληνική κοινωνία: η αυτοματισμένη αντίδραση, η απέχθεια και το μίσος σε αυτό που θρέφει τον φόβο εύκολα διογκώνεται και ομαδοποιείται στις αγοραίες πολιτικές ιδέες της ακροδεξιάς. Όμως η πορεία αυτή είναι πολύ δύσκολα αναστρέψιμη. Από τα συλλαλητήρια του Μακεδονικού, στην αντι-αλβανική φρενίτιδα και την γενικότερη πολιτική τού «έξω οι ξένοι», με την παράκαμψη του δικαίου, την άσκηση βίας από κρατικά όργανα και ιδιώτες που «αυτοδικούν». Τις λογικές αυτές βοήθησαν να ριζώσουν οι ίδιοι οι κυβερνώντες τού σήμερα, αλλά και πολλοί υπουργοί του άμεσου χτες. Η βία του θυμού μετατρέπεται σε βία της ευχαρίστησης σε μία στρεβλή διασταύρωση συναισθήματος και πολιτικής επιδίωξης. Ακόμα και εάν εξαφανίζονταν σήμερα η ηγεσία της Χ.Α μέσα από την ποινική διαδικασία που ξεκίνησε, το ζήτημα παραμένει: τι κάνουμε με όλους εκείνους που καθημερινά μας διδάσκουν όψιμα έναν επιδερμικό και εργαλειακό αντιφασισμό; Ωστόσο το διακύβευμα των δικαιωμάτων των ομάδων στόχων του ακροδεξιού λόγου είναι υπαρκτό και αφορά όλους μας. Πώς θα ελεγχθούν όλοι εκείνοι που είναι οπλισμένοι και εκπαιδευμένοι για να μαχαιρώσουν και να βιαιοπραγήσουν; Ποιος ιδεολογικός μηχανισμός θα απονευρώσει την τεστοστερόνη του επιθετικού εθνικισμού που έχει καταστεί ηθική αξία σε βάρος της ανατροπής του κράτους δικαίου; Ποιος θα ξεριζώσει τις ορατές και αόρατες εστίες παρακράτους που, όπως φαίνεται, είναι πολύ βαθιές; Ποιος θα το εξηγήσει στον «προστατευόμενο» μάρτυρα που το όνομά του μαθεύτηκε σε 24 ώρες από τους μελλοντικούς του διώκτες; Ποιος θα αναλάβει να εξορθολογήσει την μεταναστευτική πολιτική αποκαλύπτοντας τους μύθους που χρόνια τώρα δηλητηριάζουν την κοινωνία μας; Ποιος, τέλος, θα αναλάβει να αποκαταστήσει το περιεχόμενο και την σημειολογία των δικαιωμάτων ως πυλώνα ασφάλειας για όλους, χωρίς κανέναν, μα κανέναν, αποκλεισμό και εξαίρεση;

Από την Αυγή της 6ης Οκτωβρίου 2013

Ο Κ. Τσιτσελίκης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Παν. Μακεδονίας, πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.

 

φωτογραφία: Takver

 

νεοναζισμός

Μέλος

Newsletter