Σαρία στην Ελλάδα. Ένα οξύμωρο;

Του Κωστή Τσιτσελίκη, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας

Η χώρα μας ασφαλώς δεν μπορεί να διεκδικήσει δάφνες για μια σταθερή και διαρκή κατοχύρωση της θρησκευτικής ισονομίας ως προς τις μη ορθόδοξες κοινότητες, ετερόδοξες και αλλόθρησκες. Μόνο τις τελευταίες δυο-τρεις δεκαετίες έγιναν ορισμένα σημαντικά βήματα. Αλλα ζητήματα παραμένουν εκκρεμή. Σε ένα περιβάλλον όπου η θρησκευτική ετερότητα είναι τουλάχιστον δακτυλοδεικτούμενη μοιάζει τουλάχιστον παράδοξο το γεγονός ότι με επιμονή το ελληνικό κράτος συντηρεί την εφαρμογή του ιερού Ισλαμικού Δικαίου σε θέματα οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου για τους μουσουλμάνους της Θράκης, με τρόπο που να έρχεται σε κάθετη αντίθεση με βασικές δικαιοπολιτικές σταθερές. Σταθερές πάνω στις οποίες συγκροτήθηκε το κράτος δικαίου: ισονομία για όλους και αποφυγή των διακρίσεων. Αν πάλι ειδικά δικαιώματα αναγνωρίζονται στη μειονότητα της Θράκης, το καθεστώς προστασίας δεν μπορεί να συνεπάγεται μειονεξία, από την πίσω πόρτα, στα θεμελιώδη δικαιώματα που αναγνωρίζονται σε όλους.

Οι δικαιοδοτικές αρμοδιότητες του μουφτή εντάσσονται στη μειονοτική προστασία που έχει βαθιές ρίζες: προστασία των μουσουλμάνων της Θεσσαλίας (1881), της αυτόνομης Κρήτης (1899-1913), των Νέων Χωρών (1913) και της Θράκης (1923). Η ιστορικότητα της απόδοσης ειδικών δικαιωμάτων στην περιχαρακωμένη κοινότητα (ως νεο-μιλέτ) των μουσουλμάνων (βλ. και των Εβραίων μέχρι το 1943) έχει σαφείς ιδεολογικές καταβολές ως προς την πρόσληψη της ιδιότητας του (Ελληνα) πολίτη, στην οποία ενυπάρχει ένα κρυφό πλεονέκτημα ή μειονέκτημα: το να είναι κανείς ορθόδοξος ή μουσουλμάνος, αντίστοιχα. Αν η κλειστή κοινότητα με δικό της Δίκαιο την εποχή εκείνη είχε κάποιο, στρεβλό, νόημα, σήμερα –στην μετά το 1950 εποχή- δεν μπορεί να σταθεί, στο μέτρο που εφαρμόζονται αρνητικά δικαιώματα σε βάρος των γυναικών (λόγοι διαζυγίου, κατοχύρωση μετά το διαζύγιο, κληρονομικά μερίδια) και των ανηλίκων (επιμέλεια υπέρ του πατέρα για ορισμένα χρόνια).

Η διατήρηση της σαρίας στη Θράκη έχει σαφή αίτια που συνδέονται με πρακτικές ελέγχου της κλειστής κοινότητας, πελατειακές σχέσεις και άλλες εξαρτήσεις. Αδράνειες που αυτονομήθηκαν με τον χρόνο, τόσο σε κεντρικό επίπεδο (βλ. υπ. Εξωτερικών), όσο και σε τοπικό στη Θράκη, εντός και εκτός μειονότητας. Η κρίση του 1990 και η λειτουργία παράλληλων Μουφτειών σε Ξάνθη και Κομοτηνή όξυναν το πρόβλημα, καθώς η επί δεκαετίες οικουμενική συναίνεση στο πρόσωπο του μουφτή-δικαστή κατέρρευσε.

Η εφαρμογή της σαρίας ήδη ενέχει το ζήτημα των αρνητικών δικαιωμάτων για την πλειοψηφία της μειονότητας, και συνεπώς η ανάγκη που προκύπτει είναι η εξάλειψη των διακρισιακών ρυθμίσεων. Η διόρθωση αυτής της ανωμαλίας μπορεί να γίνει με δύο τρόπους: είτε με την κατάργηση της σαρίας, είτε με την εναρμόνιση των διατάξεων που εισάγουν διακρίσεις προς τη συνταγματική αρχή της ισότητας.

Το δεύτερο ζήτημα που έχει προκύψει στη δικαστική πρακτική αφορά την υποχρεωτικότητα της εφαρμογής της ακόμα και σε όσους μουσουλμάνους δεν επιθυμούν την υπαγωγή της διαφοράς τους στο Ισλαμικό Δίκαιο αλλά στον -κοινό για όλους μας- Αστικό Κώδικα. Αυτό συμβαίνει με την παραπομπή των υποθέσεων μουσουλμάνων από τα πολιτικά δικαστήρια στο ιεροδικείο του μουφτή ή με την ακύρωση δημόσιας διαθήκης μουσουλμάνου από τον Αρειο Πάγο, με σκεπτικό που θεωρεί ότι οι μουσουλμάνοι δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στο Αστικό Δίκαιο ακόμα και εάν το επιθυμούν. Και μάλιστα κόντρα στην κοινωνική δυναμική που δείχνει σαφώς ότι οι Θρακιώτες μουσουλμάνοι (9 στους 10) επιλέγουν το Αστικό Δίκαιο για τη σύνταξη της διαθήκης τους. Η υπόθεση που θα συζητηθεί στις 6 Δεκεμβρίου ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο Στρασβούργο αφορά μία τέτοια περίπτωση.

Η προδιαγραφόμενη καταδικαστική απόφαση προκάλεσε τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού για νέες ρυθμίσεις: τη μη υποχρεωτική υπαγωγή στη σαρία όσων δεν το επιθυμούν και τη συντρέχουσα δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων με εκείνη του ιεροδικείου. Με λίγα λόγια, για να υπαχθεί μια διαφορά στη δικαιοδοσία του μουφτή θα πρέπει να συναινούν ρητά και οι δύο διάδικοι.

Ασφαλώς τα νέα μέτρα είναι μια σημαντική αρχή για την άρση της κατάστασης εξαίρεσης, που παγίως διέπει τα μειονοτικά ζητήματα της Θράκης, βλ. σύλλογοι, βακούφια, σχολεία, σαρία, περιουσίες. Οι παρεκκλίνουσες εξαιρετικές πρακτικές, που προέρχονται αδιάκριτα από τη νομοθετική, δικαστική και εκτελεστική εξουσία, επιβιώνουν δεκαετίες τώρα για λόγους τάχα εθνικού συμφέροντος, αλλοιώνοντας τα δικαιώματα της μειονότητας αλλά και τραυματίζοντας τον κορμό της δικαιοταξίας μας. Είναι έτοιμη η κυβέρνηση να κάνει το βήμα για μια εκ βάθρων αλλαγή στις μειονοτικές πολιτικές;

 

*Ο Κωστής Τσιτσελίκης είναι τ. Πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου

Το κείμενο περιλαμβάνεται σε άρθρο της Εφημερίδας των Συντακτών (27/11/2017)

μειονότητες

Μέλος

Newsletter