Κράτος, κοινωνία και μετανάστες. Συμπεράσματα συνεδρίου.

Ναύπλιο, 14-15 Νοεμβρίου 2003
________________________________________

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ

Μ.Παύλου, Δ.Χριστόπουλος

1.    Στην Ευρώπη σήμερα ζει ένα μεγάλο κομμάτι εργαζομένων μεταναστών. Σε μια ήπειρο, όπου η συνταγματική ιστορία είναι πολιτειακά συνυφασμένη με την κατάκτηση εγγυήσεων, η πραγματική κατάσταση άσκησης των δημοσίων ελευθεριών από τους ανθρώπους αυτούς συνιστά μια προφανή διάρρηξη της καθολικότητας και οικουμενικότητας  των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. 

2.    Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, στις νέες συνθήκες στην οικονομία, την κοινωνία και στη σχέση του πολίτη με το κράτος ο αποκλεισμός των μεταναστών περνά από την παταγώδη απουσία θεσμικής πολιτικής για τη μετανάστευση. Αυτή η «απουσία θεσμικής πολιτικής» δεν ισοδυναμεί ωστόσο με την μη ύπαρξη πολιτικής. Σε πείσμα της απουσίας της ελληνικής πολιτείας για μια ολόκληρη δεκαετία, η ελληνική κοινωνία κατάφερε να λύσει και να δημιουργήσει προβλήματα εντάσσοντας τους μετανάστες με όρους που παραπέμπουν σε ένα αδυσώπητο αγοραίο φιλελευθερισμό, παρά σε κράτος δικαίου. Σε αυτό το ιδιότυπο ?καθεστώς μετανάστευσης?, η τελευταία παραμένει και αντιμετωπίζεται επίσημα ως ένα παροδικό ατυχές συμβάν της ιστορίας και στρατιωτικο-αστυνομικό πρόβλημα συνοριογραμμής και απώθησης, χαράσσοντας σύνορα ακόμη και στο κέντρο της καρδιάς της χώρας, στην πρωτεύουσα.

3.    Τα εργασιακά και οικογενειακά δικαιώματα των αλλοδαπών μεταναστών στον ελληνικό χώρο βρίσκονται ακόμη στα νηπιακά στάδια αναγνώρισης και προστασίας τους. Εδώ η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση από τα άλλα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα σχετικά νομοθετικά κείμενα, είτε υπό τη μορφή Οδηγιών είτε υπό τη μορφή συνταγματικών διατάξεων, που παράγονται αυτή τη στιγμή από αρμόδια όργανα της ΕΕ δημιουργούν σοβαρές ανησυχίες σχετικά με το δικαιικό δρόμο και την εξέλιξη της ΄Ενωσης. Πολλά από αυτά παραγνωρίζουν και καταστρατηγούν θεμελιώδεις διατάξεις του ευρωπαϊκού και διεθνούς δικαίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και εθνικών Συνταγμάτων. Παρά τις αντίθετες δικαιο-πολιτικές διακηρύξεις τους, τα κράτη της ΄Ενωσης έχουν επιβάλει την αρχή του raison d??tat στο δικαιο-πολιτικό χώρο της ΄Ένωσης που δημιουργείται αυτή τη στιγμή, εις βάρος των αρχών προστασίας δικαιωμάτων του ανθρώπου.

4.     Στην Ελλάδα, η απαξιωτική συμπεριφορά των δημοσίων οργάνων προς τον αλλοδαπό ως χρήστη δημόσιων υπηρεσιών μαρτυρεί μια γενικότερη στάση έλλειψης σεβασμού της αξιοπρέπειάς του. Οι αλλοδαποί αντιμετωπίζονται λιγότερο ως υποκείμενα δικαιωμάτων παρά το αντικείμενο αντιφατικών ρυθμίσεων, το θετικό περιεχόμενο των οποίων δεν έχει πάντα απτό αντίκρυσμα στην πράξη. Το αποτέλεσμα είναι να υφίστανται επαχθείς περιορισμούς σε θεμελιώδη δικαιώματα, το δικαίωμα να διαμένουν μαζί με την οικογένειά τους, με ασφάλεια και χωρίς συνεχείς παρενοχλήσεις, σε χώρα όπου προσπαθούν  να εργασθούν νόμιμα έχοντας παράλληλη ασφάλιση και ισότιμη πρόσβαση στη δικαστική προστασία. Οι παραπάνω ελλείψεις δεν μπορούν να αποδοθούν σε συγκυριακή γραφειοκρατία ή σε μεμονωμένες ξενοφοβικές συμπεριφορές, διότι πρόκειται για γενικευμένα φαινόμενα, και συνδέονται με την αντιμετώπιση του μετανάστη ως προβλήματος προς διαχείριση.

5.    Η μετανάστευση μπορεί να κατανοηθεί ως νέος κοινωνικός πλούτος, αλλά και ως ευκαιρία για αναδιάρθρωση και εκλογίκευση της οικονομίας και των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας και προστασίας με την ισότιμη είσοδο των μεταναστών σε αυτά.

6.    Πράγματι, η μετανάστευση στην Ελλάδα έως σήμερα παρείχε, ανάμεσα σε άλλα, την ευκαιρία για τη διάσωση του ασφαλιστικού συστήματος, την είσοδο στην ΟΝΕ, τη χρηματοδότηση της παραδοσιακής οικονομίας και των μεγάλων έργων με φθηνό και ευέλικτο εργατικό δυναμικό, την αναζωογόνηση της περιφέρειας και της διάσωσης του πρωτογενή τομέα. 

7.    Όσα θετικά κομίζει η μετανάστευση ανταλλάσσονται με την παραχώρηση εκ μέρους του ελληνικού κράτους προς τους μετανάστες, της ανοχής και της πρόσκαιρης νομιμότητας, ενίοτε και ενός συμπονετικού-φιλανθρωπικού λόγου. Η κατάσταση αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα οδηγεί στη διατήρηση των μεταναστών σε μια ιδιότυπη ομηρία που ευνοεί και, σε τελευταία ανάλυση συντηρείται από τα πρόσκαιρα οικονομικά οφέλη ορισμένων γηγενών κοινωνικών και παραγωγικών στρωμάτων μέσα από την εκμετάλλευση και τον αποκλεισμό. 

8.    Παράλληλα, τα εγγενή προβλήματα της ελληνικής κοινωνικής και πολιτικο-οικονομικής οργάνωσης που ανέδειξε η μετανάστευση, μέσα από το δημόσιο λόγο ανάγονται σε προβλήματα που η τελευταία προκάλεσε ή τροφοδοτεί. Την ίδια στιγμή, ακριβώς επειδή αντιμετωπίζονται ως «προβλήματα της μετανάστευσης» και όχι ως δομικές αδυναμίες και ανεπάρκειες του ελληνικού καταμερισμού εργασίας που η μετανάστευση βάζει σε μεγεθυντικό φακό, χάνεται μια  ιστορική ευκαιρία για χρηματοδότηση, εκλογίκευση και βιωσιμότητα της οικονομικής δομής, της οργάνωσης της δημόσιας διοίκησης και του κοινωνικού κράτους.

9.    Ανάμεσα στα πολιτικά, αλλά και επιστημονικά προβλήματα του κυρίαρχου λόγου σχετικά με τη μετανάστευση εντοπίζεται η πολλαπλώς προβληματική και εργαλειακή χρήση εννοιών όπως ο «πολιτισμός» και η «ταυτότητα». Οι έννοιες αυτές υποκρύπτουν και αναπαράγουν σχέσεις εξουσίας ή εκμετάλλευσης και όχι σχέσεις «διαφορετικών» ή «¶λλων», όπως ένας επιφανειακός συμπονετικός λόγος αφήνει συχνά να εννοηθεί. Ο λόγος αυτός ακριβώς επειδή αποπολιτικοποιεί τις εντάσεις γύρω από τα μείζονα κοινωνικά και ταξικά ζητήματα τα οποία αναδεικνύει η μετανάστευση απειλεί την κοινωνική συνοχή και συμβίωση στην αναδυόμενη πολυεθνοτική ελληνική κοινωνία. Κρύβοντας τους πραγματικούς, πρβλ τους άνισους όρους της συμβίωσης μεταναστών και γηγενών, ουσιαστικά εθελοτυφλεί ενώπιον της ανισότητας. Ωστόσο, η ανισότητα ούτε εξηγείται (από), ούτε οφείλεται κυρίως στην συνύπαρξη των πολιτισμών, αλλά στην θέση των μεταναστών στην παραγωγή. 

10.    Η εκπαίδευση στην εποχή της νέας μετανάστευσης αντί για «διαπολιτισμική» για όλους τους μαθητές, γηγενείς και μετανάστες, και παρά τις κατά καιρούς εξαγγελίες και νομοθετικές ρυθμίσεις, έχει καταστεί εξόχως αφομοιωτική για τους μετανάστες της δεύτερης και τρίτης γενιάς ? ενώ για αυτούς της πρώτης γενιάς απλώς δεν υφίσταται. O αποκλεισμός από τον ιδιαίτερο πολιτισμό και τη γλώσσα, απαξιώνει σημαντικό μερος του γνωστικού κεφαλαίου των μαθητών και κατά κανόνα οδηγεί σε χαμηλή αυτοεκτίμηση των παιδιών, κάτι που επηρεάζει εξαιρετικά δυσμενώς την ομαλή τους ένταξη. Η ελληνική πολιτεία δεν έχει ακόμη πάρει στα σοβαρά τις προηγούμενες διαπιστώσεις και τις αρνητικές εμπειρίες άλλων ευρωπαϊκών χωρών, εκτιμώντας ότι το καθήκον της περιορίζεται στην απλή παροχή δυνατότητας εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας στα παιδιά των μεταναστών, χωρίς καν να εξετάζει τις ιδιαίτερες ανάγκες προσαρμογής της μαθησιακής διαδικασίας (μέθοδος και υλικό) σε παιδιά που δεν έχουν μητρική γλώσσα την ελληνική. 

11.    Η διοίκηση της εκπαίδευσης, με σκοπό να αντιμετωπίσει τα σημαντικά προβλήματα που ανέκυψαν από την μαζική παρουσία αλλόγλωσσων μαθητών στο δημόσιο σχολείο, πήρε μια σειρά από μέτρα τα οποία θεωρεί ότι κινούνται μέσα στην γενικότερη αντίληψη της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Οι ρυθμίσεις σχετικά με τη διαπολιτισμική εκπαίδευση μπορούν να θεωρηθούν μια καλή αρχή, καθώς συνέβαλλαν στο να απαλυνθεί η ένταση που δημιουργήθηκε. Ωστόσο δεν φαίνεται να εκπληρώνουν το στόχο μιας πολιτικής η οποία να αφορά την μελλοντική ισότιμη ένταξη των μεταναστών μαθητών στον ενήλικο πληθυσμό της χώρας, καθώς και την αποφυγή φαινομένων κοινωνικού αποκλεισμού. Ύστερα από οκτώ χρόνια θεσμικής εμπειρίας, θα πρέπει να επαναπροσδιοριστούν οι στόχοι του σχολείου που απευθύνεται σε παιδιά μεταναστών και να υιοθετηθούν πιο πρόσφορες λύσεις. Σε κάθε περίπτωση, η γλωσσική πολιτική και το δίκαιο της γλώσσας πρέπει να στηρίζονται στην ανάλυση των γλωσσικών αναγκών της κοινωνίας και των κοινωνικών λειτουργιών των γλωσσών.

12.    Στην ανταπόκριση στην πρόκληση της μετανάστευσης έχει ιδιαίτερη σημασία η κατανόηση της εσωτερικής διαφοροποίηση των μεταναστών και των αντίστοιχων στρατηγικών διαχείρισης της «ένταξης». Οι μετανάστες δεν είναι «μια» ομάδα, αλλά με την πάροδο του χρόνου, οι ίδιες οι μεταναστευτικές κοινότητες γνωρίζουν τομές και διαιρέσεις που, σε τελευταία ανάλυση, παραπέμπουν σε διαφορετικές προϋποθέσεις κοινωνικής ένταξης και θέσεις στην παραγωγική διαδικασία. Επίσης, διακρίνονται διαδρομές ένταξης των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία, με τη συγκρότηση και άνθηση διεθνικών και τοπικών κοινωνικών δεσμών και δικτύων. 

13.    Η διεπιστημονική έρευνα και η εμπειρία της μετανάστευσης ιδιαίτερα στην Ελλάδα έχει δείξει ότι μια μεγάλη μερίδα των μεταναστών επιθυμεί να ζήσει μόνιμα στη χώρα, ενώ διεκδικεί την αναγνώριση της πραγματικής και ουσιαστικής κοινωνικής της συμμετοχής και ένταξης, μέσα από την κατάκτηση δικαιωμάτων, αλλά και της ιδιότητας του έλληνα πολίτη για τη δεύτερη και τρίτη γενιά των μεταναστών. 

14.    Η πολιτική της απόδοσης δικαιωμάτων ή της ίδιας της ιδιότητας του πολίτη στους μετανάστες που επιθυμούν να ενταχθούν ως ισότιμοι και ισόμοιροι έλληνες πολίτες στον κοινωνικό ιστό και την πολιτική συνταγματική οντότητα του ελληνικού κράτους, συνιστούν δύο περισσότερο συμπληρωματικές παρά εναλλακτικές λύσεις 

15.    Η εμπειρία της μετανάστευσης μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιηθεί θετικά για μια κριτική/αναστοχαστική θεώρηση του εθνικού εαυτού.  Η παραχώρηση δικαιωμάτων του πολίτη στους μετανάστες προϋποθέτει την επανεννοιολόγηση της ιδιότητας του έλληνα πολίτη. Τόσο, ως προς τον ιδεολογικό πυρήνα της ιθαγένειας – που υποφέρει από παρωχημένες αγκυλώσεις εθνοθρησκευτικής καθαρότητας –  όσο και ως προς την πραγματική πρόσβαση στα κοινωνικά και δημόσια αγαθά για τις αποκλεισμένες και μειοψηφικές κοινωνικές ομάδες των ελλήνων πολιτών. Η εισαγωγή στοιχείων δικαίου του εδάφους στην απόλυτη ηγεμονία του δικαίου του αίματος είναι πλέον επιβεβλημένη και η γερμανική εμπειρία αλλαγής του Κώδικα Ιθαγένειας σε αυτή την κατεύθυνση μπορεί να αποδειχθεί πολύτιμη. 

μειονότητες, μετανάστευση

Μέλος

Newsletter