Η Εκδίωξη των Ρομά Δεν θα Λύσει Κανένα Πρόβλημα στον Ασπρόπυργο

Στον Ασπρόπυργο και συγκεκριμένα στην περιοχή της Νέας Ζωής διαβιούν εδώ και δεκαετίες πολλές οικογένειες Ρομά, τόσο Έλληνες όσο και Αλβανοί, πολλοί από αυτούς χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα. Ο πληθυσμός αυτός είναι αόρατος τόσο για την πολιτεία όσο και για τη δημοτική αρχή, ενώ μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει επίσημη καταγραφή με αποτέλεσμα κανείς να μην μπορεί να υπολογίσει με ακρίβεια πόσοι είναι οι άνθρωποι αυτοί που ζουν δίπλα από τη χωματερή και πολλοί βιοπορίζονται από αυτήν, ανάμεσα στα σκουπίδια, τα καμένα σίδερα, σε παραπήγματα χωρίς νερό και ρεύμα.

Κατά τη διάρκεια του Ιουνίου μηχανήματα του Δήμου γκρέμισαν περίπου εκατό παραπήγματα αφήνοντας στο δρόμο εκατοντάδες οικογένειες Ρομά της περιοχής. Ανάμεσά τους και η οικογένεια του Γ., Αλβανού ομογενή, παντρεμένου με Ελληνίδα Ρομνί, ο οποίος ζει στον Ασπρόπυργο 25 χρόνια μαζί με τα παιδιά και τα εγγόνια του που έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του, το πρωί της κατεδάφισης το μικρότερο εγγόνι της οικογένειας, που είναι μόλις λίγων μηνών, κοιμόταν μέσα στο παράπηγμα όταν τα μηχανήματα του Δήμου ξεκίνησαν την κατεδάφιση. Η γιαγιά του παιδιού, όπως η ίδια εξιστορεί, μπήκε μπροστά στη μπουλντόζα προσπαθώντας να τους ειδοποιήσει ότι μέσα στο παράπηγμα κοιμάται το εγγόνι της.

Τα παραπήγματα αυτά είναι οι μόνιμες οικίες των Ρομά ενώ οι κατεδαφίσεις τους έπιασαν απροετοίμαστους και κάποιους από αυτούς κυριολεκτικά στον ύπνο, χωρίς καμία προηγούμενη ενημέρωση, χωρίς μέριμνα μετεγκατάστασής τους και χωρίς να συνοδευτούν από κανένα υποστηρικτικό μέτρο από την κοινωνική υπηρεσία του δήμου ή άλλη δημόσια αρχή. Η θέση του Δήμου είναι ότι τα ανωτέρω εντάσσονταν σε επιχείρηση αποκομιδής απορριμμάτων στην περιοχή, ενώ δε χρειαζόταν πρωτόκολλο κατεδάφισης ή οποιαδήποτε προηγούμενη ενημέρωση του πληθυσμού. Δεν γκρέμισαν σπίτια, δεν εκδίωξαν ανθρώπους, καθάρισαν την περιοχή από «σκουπίδια» και θα συνεχίσουν να το κάνουν μέχρι να καθαρίσει ο Ασπρόπυργος, ανέφερε εκπρόσωπος του Δήμου.

Λίγες μέρες μετά την κατεδάφιση συναντήσαμε στον Ασπρόπυργο τον D, ο οποίος είναι ανάμεσα στους ανθρώπους που τους γκρέμισαν τις παράγκες. Ο D. ζει στην περιοχή μαζί με τη γυναίκα του και τα τρία ανήλικα παιδιά του τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Τα περισσότερα από αυτά διαβιούσε στη Νέα Ζωή χωρίς άδεια παραμονής, φοβούμενος να κυκλοφορεί εκτός καταυλισμού για να μη συλληφθεί. Ένα από τα παιδιά του είχε σοβαρό ιατρικό πρόβλημα και αδυνατούσε να λάβει τη σωστή ιατρική φροντίδα, αφού η μετακίνηση εκτός καταυλισμού ήταν περιορισμένη. Το 2017 ο D. και η οικογένειά του κατάφεραν με την καθοδήγηση των δικηγόρων προγράμματος του Συμβουλίου της Ευρώπης (Justrom) να αποκτήσουν έγγραφα, ως προϋπόθεση της κοινωνικής τους ενσωμάτωσης. Σήμερα μπορεί να έχουν έγγραφα αλλά δεν έχουν σπίτι.

Αόρατοι άνθρωποι, «διερχόμενοι Ρομά» όπως τους αναφέρει ο Δήμος, που δεν τους αναγνωρίζει ως μόνιμους κατοίκους της περιοχής, ενώ πολλές φορές αρνείται τη δημοτολόγησή τους χωρίς αιτιολογία, εγκαταλελειμμένοι στο περιθώριο, να χαλάνε την εικόνα ενός δήμου «που στη χωροταξική του αρμοδιότητα επιχειρούν χιλιάδες επενδυτές, απασχολούνται χιλιάδες εργαζόμενοι, συμβάλλοντας στο 11% και πλέον του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος».

Κι όμως όσο και αν ο Δήμος Ασπροπύργου προτάσσει την επιχειρηματικότητα έναντι της προστασίας του ευάλωτου πληθυσμού, την ίδια στιγμή που η χώρα μας έχει την Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρώπης, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μετά από αίτηση ασφαλιστικών μέτρων που κατέθεσαν οικογένειες Ρομά που διαβιούν στην περιοχή (με πρωτοβουλία της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ελλήνων Ρομά) έκανε δεκτή την αίτηση, διέταξε τις αρχές να απέχουν από την κατεδάφιση οικιών έως τις 27/7/2020, ενώ απαίτησε από την ελληνική κυβέρνηση εξηγήσεις αναφορικά τόσο με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε όσο και για το εάν υπήρχε σχέδιο μετεγκατάστασης του πληθυσμού. Παράλληλα, η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ είχε νωρίτερα αναστείλει τις παράνομες εξώσεις για δύο οικογένειες Ρομά της περιοχής, μετά από προσφυγή του Ελληνικού Παρατηρητηρίου των Συμφωνιών του Ελσίνκι, που είχε προσφύγει στην αρμόδια Επιτροπή.

Ο Γ. και ο D. και οι οικογένειές τους, όπως και εκατοντάδες Ρομά του Ασπροπύργου ζουν αύτη τη στιγμή στο δρόμο, αφού τα σπίτια τους έγιναν ένας σωρός από τα μηχανήματα του δήμου, αναμένοντας μία πιθανή μετεγκατάσταση, μία καλύτερη ζωή, αν και ξέρουν από πρώτο χέρι ότι για τους παρίες δεν υπάρχει συνήθως πρόβλεψη. Πολλές ακόμα οικογένειες αντιμετωπίζουν την ίδια κατάσταση. Η Νέα Ζωή όμως δεν ήταν πάντα ένας εξαθλιωμένος καταυλισμός.

Τη δεκαετία του ’90 πολλοί αγόρασαν εκεί φθηνή γη με σκοπό να χτίσουν σπίτια και να εγκατασταθούν με αξιοπρέπεια. Ρομά από διάφορα μέρη της Αττικής, αλλά και από αγροτικές περιοχές όπως η Θήβα εγκαταστάθηκαν εκεί όταν έχασαν τη δουλειά τους ως αγρότες γης, ελπίζοντας ότι στην πρωτεύουσα θα καταφέρουν να κάνουν ένα νέο ξεκίνημα. Η σταδιακή υποβάθμιση του Ασπροπύργου ωστόσο, όπως και ο ερχομός όλο και περισσότερων μεταναστών που ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, μετέτρεψαν τη Νέα Ζωή σε μια τεράστια παραγκούπολη μέσα στην οποία εγκλωβίστηκαν Αλβανοί και Έλληνες Ρομά και πιο τελευταία αρκετοί μετανάστες, κυρίως από το Πακιστάν.

Ο Ασπρόπυργος είναι ένα κομμάτι της Δυτικής Αττικής που δε μοιάζει σε τίποτα με την υπόλοιπη Αττική. Εργοστάσια, αποθήκες, ηχορύπανση, περιβαλλοντική μόλυνση, βιομηχανική παραγωγή, νταλίκες που μεταφέρουν εμπορεύματα από κάθε πλευρά της γης και ανάμεσα σε όλα αυτά άνθρωποι εγκλωβισμένοι στην εξαθλίωση, οι Ρομά οι οποίοι κατά την άποψη πολλών κατοίκων του Ασπροπύργου ευθύνονται για όλα τα δεινά του.

Οι Ρομά όμως συνιστούν λιγότερο από το 10% των κατοίκων του Ασπροπύργου. Αλβανοί, Ρώσοι, Πόντιοι, Πακιστανοί, Αλβανοί και Έλληνες Ρομά, διεκδικούν την εντοπιότητα τους ο καθένας με το δικό του τρόπο και σχεδόν πάντα έναντι του άλλου με μόνο αποτέλεσμα την πόλωση και τις συγκρούσεις μεταξύ τους. Μέσα σε αυτή την κατάσταση ο εθνικισμός και οι ρατσιστικές τάσεις έχουν αρχίσει τα τελευταία χρόνια να παίρνουν διαστάσεις που δεν είναι πάντα εφικτό ή και επιθυμητό να ελεγχθούν από τις αρχές.

Σε κάθε περίπτωση η εκδίωξη των Ρομά δε θα λύσει σχεδόν κανένα πρόβλημα στον Ασπρόπυργο. Η διοίκηση θα πρέπει να καταβάλει προσπάθειες ώστε να αντιμετωπίσει τα προβλήματα των Ρομά και όχι να αντιμετωπίζει τους Ρομά ως πρόβλημα. Εν μέσω δε πανδημίας το κράτος θα πρέπει να μεριμνήσει ώστε να σταματήσουν οι Δήμοι τις αναγκαστικές εξώσεις πληθυσμών Ρομά και να εξασφαλίσει την πρόσβασή τους σε υπηρεσίες και την αξιοπρεπή διαβίωσή τους, καταπολεμώντας το θεσμικό ρατσισμό του οποίου οι Ρομά είναι διαχρονικά θύματα. Οι Δήμοι από την πλευρά τους θα πρέπει να καταλάβουν ότι δε συμβάλλουν στην κοινωνική ένταξη με το να δημιουργούν άστεγους.

Το συγκεκριμένο άρθρο υπογράφουν η Κατερίνα Πουρναρά και η Αλεξάνδρα Καραγιάννη, νομικοί εμπειρογνώμονες του προγράμματος Justrom 3 για την πρόσβαση των γυναικών Ρομά στη δικαιοσύνη και μέλη της ΕλΕΔΑ, στη στήλη ΡΙΣΠΕΚΤ του Vice Greece.

Μέλος

Newsletter