Ασφάλεια των δικαιωμάτων και ασφάλεια των Ολυμπιακών Αγώνων

Στο περιθώριο του συνεδρίου για τα 50 χρόνια της Ένωσης τον Δεκέμβριο που μας πέρασε, με αφορμή ιδίως την στρογγυλή τράπεζα με αντικείμενο την εξέλιξη της ποινικής καταστολής και τη γενικευμένη κριτική που δέχθηκαν οι ρυθμίσεις (ή η απουσία των ρυθμίσεων, βλέπε οι πρακτικές της Διοίκησης) σχετικά με την καταστολή της τρομοκρατίας, ακούστηκε, από νεότερους, κυρίως, νομικούς, η άποψη ότι οι εγγυήσεις των δικαιωμάτων υποχωρούν έναντι της τρομοκρατίας διότι η ασφάλεια των πολιτών είναι ο πρωταρχικός στόχος και η βάση για την ύπαρξη όλων των δικαιωμάτων. Η ratio αυτή του salus populi μεταθέτει το κέντρο βάρους από την ασφάλεια του προσώπου στην ασφάλεια του κοινωνικού συνόλου, αντιστρέφοντας τη σχέση της ελευθερίας ως κανόνα και του περιορισμού της ως εξαίρεση σε υπό προϋποθέσεις και όρους άσκηση δικαιώματος. Η λογική αυτή του salus populi είναι νομίζω εμφανής στο παράδειγμα των Ολυμπιακών Αγώνων και της νεφελώδους προετοιμασίας τους, όπου τα ζητήματα δημόσιας τάξης κι ασφάλειας, όχι πάντα διακρινόμενα μεταξύ τους,  έχουν γίνει συχνά αντικείμενο επίκλησης από τους αρμόδιους παράγοντες της κυβέρνησης και της Αθήνα 2004 ΑΕ, για να δικαιολογήσουν ποικίλα μέτρα που λαμβάνουν προ-δημοσιότητα.

Κατ’ αρχήν τι ξέρουμε για τα μέτρα ασφαλείας των Ολυμπιακών: Ελάχιστα νομοθετικά ή άλλα κανονιστικά μέτρα έχουν ληφθεί (ανάμιξη των ενόπλων δυνάμεων στο προσωπικό ασφαλείας των Αγώνων με ΚΥΑ του Μαρτίου, τροπολογία που κατατέθηκε την 10-5 στη Βουλή για την πρόσληψη με ορισμένου χρόνου σύμβαση συνταξιούχων αστυνομικών από το Δήμο Αθηναίων για τις ανάγκες ασφαλείας των ΟΑ). Το βασικό είναι η σύσταση ειδικής Διεύθυνσης στο ΥΔΤ, της ΔΑΟΑ που δεν εντάσσεται σε κλάδο του Υπουργείου αλλά υπάγεται απευθείας στο Αρχηγείο της ΕΛΑΣ και έχει όλη την ευθύνη για την κατάρτιση κι εκτέλεση των επιχειρησιακών σχεδίων (επίκειται η άσκηση Olympic Guardian II 13-16/5, έχουν προηγηθεί άλλες 7, επί χάρτου ή/και με τη συμμετοχή δυνάμεων, που βασίζονται σε σενάρια αντιτρομοκρατικής αντίδρασης σε προσομοιωμένο ολυμπιακό περιβάλλον) και κάθε άλλου μέτρου ασφάλειας . Τα συγκεκριμένα μέτρα αφορούν τεχνολογία προφύλαξης (ειδικό υλικό στα στάδια για τζάμια του Ολ.Σταδίου για την προφύλαξη από τραυματισμούς) και κυρίως πρόληψης (περίφραξη, κάμερες, σαρωτές ακτίνων Χ και ανιχνευτές ραδιενέργειας στο Ολυμπιακό χωριό). Η αποτροπή παρείσφρυσης τρομοκρατικών στοιχείων, πέρα από τα μέτρα στις ολυμπιακές εγκαταστάσεις απαιτεί κατά το ΥΔΤ και αυξημένα μέτρα «συνεργασίας» των πολιτών (παρακολούθησης θα λέγαμε εμείς, είναι θέμα οπτικής γωνίας): 2 τηλεφωνικές γραμμές που είχαν χρησιμοποιηθεί και από την αντιτρομοκρατική για την καταγγελία ασυνήθιστων κινήσεων (λ.χ. άτομα με εκτός εποχής ντύσιμο, όπως παλτά που θα μπορούσαν να κρύβουν εκρηκτικά!).

Θα ήθελα να σταθώ κατ’ αρχήν σε δύο παραδείγματα από τη «διαρροή» στον Τύπο των μέτρων ασφάλειας που έχουν υιοθετηθεί: την εκκαθάριση του αστικού κέντρου από «ύποπτα» στοιχεία και την παρακολούθηση αλλοδαπών ή/και αλλοθρήσκων.

Το τελευταίο παράδειγμα αφορά προ του Πάσχα ρεπορτάζ μεγάλου ιδιωτικού καναλιού (υπήρξε και παράλληλο δημοσίευμα εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ) για την παρακολούθηση των τόπων προσευχής μουσουλμάνων στην Ελλάδα.

Το μήνυμα του ρεπορτάζ ήταν να μην ανησυχούμε για την ασφάλεια των ΟΑ διότι κατά αστυνομικές πληροφορίες παρακολουθούνται οι τόποι προσευχής των μουσουλμάνων (τα παράνομα τζαμιά, κατά το κανάλι, λες και υπάρχουν νόμιμα?) και ότι παραδίδονται στην αστυνομία όλα τα ονόματα των προσευχομένων! Εκπρόσωπος εθνικής κοινότητας μεταναστών προσέφερε μάλιστα με προθυμία επιβεβαίωση της πληροφορίας αυτής ότι ο ίδιος παραδίδει όλα τα ονόματα και άρα δεν παρεισφρύουν ύποπτα στοιχεία στο τζαμί. Η ρεπόρτερ ωστόσο, επεσήμανε ως πρόβλημα ελλιπούς παρακολούθησης ότι κάποιοι μουσουλμάνοι προσεύχονται στο σπίτι τους!

Να υποθέσω ότι «εμείς» που καθησυχάζουμε από τις αστυνομικές πρακτικές κατά το κανάλι είμαστε οι έλληνες εκ γενετής και δη χριστιανοί ορθόδοξοι τηλεθεατές;
Δεν είδαμε καμία επίσημη διάψευση της παρακολούθησης αυτής που αφ’ ενός συνιστά κατάφωρη παραβίαση της θρησκευτικής ελευθερίας και λατρείας και αφ?ετέρου μετατρέπει όλους τους μουσουλμάνους σε εν δυνάμει υπόπτους. Ούτε η Αρχή ΠρΠρΔ γνωρίζω να παρενέβη για τη χρήση και διαβίβαση των ευαίσθητων αυτών προσωπικών δεδομένων.  Η μόνη μνεία είναι σε λόγο του Αρχηγού της ΕΛΑΣ σε αστυνομικό συνέδριο, ότι δεν θεωρεί ύποπτο 3 μουσουλμάνοι να προσεύχονται αλλά λ.χ. να ενοικιάζουν 3 αυτοκίνητα. Ενδεχομένως αυτό να ήταν ύποπτο και για χριστιανούς, να υποθέσω ή άλλως για κανέναν;

Η επικράτηση, με τη συνδρομή και των ΜΜΕ, παρόμοιων θρησκευτικά μισαλλόδοξων πρακτικών καταδεικνύει την αντίφαση: η επίσημη πολιτική της ΕΕ εστιάζεται στην εφαρμογή φιλόδοξων μέτρων, έντονου παιδαγωγικού  χαρακτήρα, για την καταπολέμηση των φαινομένων ρατσισμού και κάθε είδους διακρίσεων, παρεμβαίνοντας στις κακές πρακτικές και των εργοδοτών ή άλλων ιδιωτών, (αναφέρομαι στις Οδηγίες 2000/43ΕΚ και 2000/78 ΕΚ ). Την ίδια στιγμή, η κρατική αντίδραση στον εξωτερικό (ή μήπως εσωτερικό;) κίνδυνο επιβουλής της δημόσιας ασφάλειας εμφορείται από στοιχεία θρησκευτικής και εθνικής μισαλλοδοξίας. Με την επίσημη κρατική αντίδραση τα φαινόμενα αυτά ανακυκλώνονται και καλλιεργείται ένα κλίμα συλλογικής ανασφάλειας που επιτρέπει την ψυχολογική μετάθεση του απρόσωπου, αόρατου κινδύνου της τρομοκρατίας, στο πρόσωπο του αλλόθρησκου, του αλλοδαπού, του αναγνωρίσιμου «άλλου».

Στις πρώτες συσκέψεις της νέας κυβέρνησης είχε αναφερθεί ότι υπήρξαν προβληματισμοί για άνοδο της εγκληματικότητας(!) μετά τους ΟΑ, λόγω του ανέργου τότε αλλοδαπού πληθυσμού. Ωστόσο, τα πρόσφατα στοιχεία από το ΥΠΕΣΔΔΑ δεν επιβεβαιώνουν αυτές τις κοινότοπες ανησυχίες, διότι δείχνουν 40.000 αλλοδαπούς που δουλεύουν στα Ολυμπιακά έργα έναντι 444000 που έχουν άδεια εργασίας, και είναι συνεπώς ομαλά ενταγμένοι στον ενεργό εργασιακό δυναμικό της χώρας.

Αυτή που παραμένει διακηρυγμένος στόχος των μέτρων ασφαλείας των Ολυμπιακών είναι η λαθρομετανάστευση, όπως επίσημα κρατικά χείλη απαξιωτικά κατονομάζουν την παράνομη είσοδο αλλοδαπών στη χώρα, Πρόκειται για προσφιλές πρόσχημα, δια του κινδύνου εισόδου τρομοκρατών (που δύσκολα τους βλέπω να κρύβουν τον οπλισμό τους σε δουλεμπορικό), για το κλείσιμο των συνόρων, τη σκλήρυνση της πολιτικής και τη μη καταγραφή ή απόρριψη αιτημάτων ασύλου.

Επίσης, στα μέτρα που ανακοινώθηκαν ήδη από την προηγούμενη κυβέρνηση συμπεριλαμβάνονται και διαφημιστικά σποτ προς τους  αλλοδαπούς που ζουν κι εργάζονται στην Ελλάδα «να τιμήσουν τη χώρα που τους φιλοξενεί»!!!. Η τελευταία πρόσκληση απηχεί χαρακτηριστικά την αντίληψη διαχωριστικής γραμμής εναντίον των μεταναστών που θεωρούνται εξ ορισμού φορείς κινδύνου προς τον γηγενή πληθυσμό και χρειάζεται να τους υπενθυμίσουμε εκβιαστικά ότι είναι εδώ προσωρινοί, απλώς υπό ανοχήν.

Το συμπέρασμα είναι ότι η ιδεολογία του φόβου και της ανασφάλειας οδηγεί στη διακριτική μεταχείριση των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, των προσφύγων, των μεταναστών και των μελών θρησκευτικών μειονοτήτων. Και όχι μόνον αυτών:

Το παράδειγμα της εκκαθάρισης (επιχείρησης Αρετής) του κέντρου της Αθήνας που αποφασίστηκε σε σύσκεψη (22 και 26-4-04) του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και της Δημάρχου Αθηναίων, αποτελεί δείγμα περαιτέρω περιθωριοποίησης κάποιων κοινωνικών ομάδων   με το πρόσχημα της ασφάλειας των ΟΑ.  Στη λίστα των προς απομάκρυνση περιλαμβάνονται ναρκομανείς, άστεγοι, παράνομοι μικροπωλητές, εκδιδόμενες γυναίκες και  αδέσποτα σκυλιά. Κοντολογής, οι αδέσποτοι άνθρωποι και τα αδέσποτα σκυλιά. Είναι χαρακτηριστικό ότι η σύσκεψη είχε τον τίτλο πάταξη του παραεμπορίου και συναφών θεμάτων για τους ΟΑ. Και η πάταξη του παραεμπορίου, που περιορίστηκε στους αλλοδαπούς μικροπωλητές (δεν ενοχλεί ο Έλληνας που πουλάει φυστίκια αλλά ο Νιγηριανός που πουλάει CDs) από την «ευταξία» κατά τη δήλωση του Υπουργού, μετατοπίσθηκε στη γενικότερη και βαρύτερη ομπρέλλα της ασφάλειας των ΟΑ. Είναι επίκαιρο εδώ το σχόλιο του Loic Wacquant που ασκούσε κριτική στα φιλόδοξα προγράμματα εκκαθάρισης της Ν.Υόρκης του Ρούντολφ Τζουλιάνι, ότι το δόγμα της μηδενικής ανοχής είναι το εργαλείο νομιμοποίησης της αστυνομικής (και δικαστικής) διαχείρισης της φτώχειας, της φτώχειας που χτυπάει στο μάτι και τρέφει ένα διάχυτο αίσθημα ανασφάλειας , απαλλάσσοντας το κράτος από τις ευθύνες που φέρει για την οικονομική και κοινωνική γένεση της ανασφάλειας.

Έτσι, τα ολυμπιακά ιδεώδη δεν φαίνεται να συνάδουν με την πραγματικότητα της φτώχειας και του κοινωνικού περιθωρίου στην Αθήνα. Ούτε με το γεγονός της πορνείας, υποθέτω κατά μία εκχριστιανισμένη εκδοχή του αρχαιοελληνικού αθλητικού ιδεώδους: νους υγιής εν σώματι ασπίλω και αμώμω. Η μικροαστική υποκρισία και η εικόνα της «καθαρής» από περιθωριακά στοιχεία πόλης είναι λοιπόν η γνήσια όψη του νομίσματος της δημόσιας τάξης κατά τους Ολυμπιακούς. .
Από τα υπόλοιπα μέτρα αφήνω στην άκρη τα ζητήματα περιορισμού της κυκλοφορίας πεζών και οχημάτων, όχι γιατί τα θεωρώ εκ προιμίου σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας αλλά γιατί έχουν ως, επίσημο τουλάχιστον, κύριο στόχο την ομαλή διεξαγωγή των αγώνων και όχι την ασφάλειά τους. Εκεί που η διάκριση αυτή μεταξύ ομαλούς και ασφαλούς διεξαγωγής γίνεται θολή είναι στις κάμερες παρακολούθησης των δρόμων στην ευρύτερη περιοχή των Αθηνών. Οι κάμερες θέτουν επί τάπητος το ζήτημα αν αποτελεί προσβολή δικαιώματος η  γενικευμένη, εκτεταμένη και εντατική παρακολούθηση.

Κατ’ αρχήν πώς θα χρησιμοποιηθούν τα συλλεγόμενα στοιχεία;

Τι γνωρίζουμε για την έως τώρα πρακτική της ΕΛΑΣ σχετικά με τη διατήρηση και χρήση στοιχείων από αστυνομικούς ελέγχους;
Τα ληφθέντα δακτυλικά αποτυπώματα των προσαγομένων από την ελληνική αστυνομία, όπως προκύπτει από την έρευνα του Συνηγόρου του Πολίτη , μετά την αντιπαραβολή τους και εφόσον δεν σχετίζονται με εκκρεμή ποινική υπόθεση καταστρέφονται σύμφωνα με το π.δ. 342/77 .

Ωστόσο, αυτό δεν φαίνεται να συμβαίνει για τα ανεπίσημα στοιχεία που τηρεί η ΕΛΑΣ. Τον Μάϊο του 2001 η ΕΛΑΣ απαντά στον ΣτΠολίτη ότι  τα στοιχεία που καταγράφονται στους ελέγχους ρουτίνας (ονοματεπώνυμο, διεύθυνση κατοικίας, επάγγελμα) φυλάσσονται  διότι, μεταξύ άλλων, «συμβάλλουν στις διεξαγόμενες έρευνες των υπηρεσιών μας (δηλ. της ΕΛ.ΑΣ.), όσον αφορά την τέλεση εγκλημάτων εν γένει, στην ευρύτερη περιοχή των προγραμματισμένων Αστυνομικών Ελέγχων». Ο ΣτΠο, αφού πρώτα απευθύνθηκε ματαίως στην Αρχή Προστασίας ΠρΔεδομένων , εξέφρασε την άποψη ότι «το κριτήριο της προσφορότητας είναι αυτό που προσδιορίζει τα άκρα όρια της διακριτικής ευχέρειας της Αστυνομίας για την επί μακρόν διατήρηση προσωπικών δεδομένων πολιτών που έχουν συλλεγεί  κατόπιν αστυνομικών ελέγχων των άρθρ.95 επ. του π.δ.141/91. Η συνεχής μέριμνα για την ορθολογική στάθμιση του σεβασμού των δικαιωμάτων των πολιτών  με τους σκοπούς της αστυνομικής έρευνας θα οδηγούσε στην θέσπιση κάποιου σύντομου καταληκτικού χρονικού ορίου χρήσης των στοιχείων αυτών, και μόνον κατ? εξαίρεσιν, βάσει άλλων στοιχείων και συγκεκριμένων ενδείξεων, θα μπορούσε να δικαιολογηθεί (και ειδικώς να αιτιολογηθεί)  η διατήρησή τους. Η δε χρήση και περαιτέρω διαβίβαση των στοιχείων αυτών, σύμφωνα με το Σύνταγμα και με τις ειδικότερες επιταγές του Ν.2472/97, θα πρέπει να υπόκειται επίσης στα κριτήρια της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας, και να μην υπερβαίνει το απολύτως αναγκαίο, πρόσφορο και εύλογο μέτρο, ούτως ώστε να αποφεύγεται ο στιγματισμός και η κατάρτιση «καταλόγων υπόπτων» χωρίς επαρκείς εξατομικευμένες ενδείξεις» (αναφορά 15761/2000 ).

Νομίζω ότι τα κριτήρια αυτά (χρονικό όριο διατήρησης, αναγκαιότητα, προσφορότητα και εξατομικευμένες ενδείξεις χρήσης) θα ήταν σκόπιμα και ως ενδεδειγμένες κατευθύνσεις της χρήσης των στοιχείων από κάθε είδους κάμερες. Ένα περαιτέρω ζήτημα, που διαφοροποιεί σημαντικά τις βιντεοκασέτες από τα λοιπά στοιχεία που καταγράφει η ΕΛ.ΑΣ, είναι το αδιόρατο και διαρκές της παρακολούθησης με κάμερες. Είναι νομίζω κρίσιμη η γνώση ή μη των ενδιαφερομένων ότι βιντεοσκοπούνται, ο κατασταλτικός τουλάχιστον έλεγχος από ανεξάρτητη αρχή σύμφωνα  με το άρθρ. 9Α Συντάγματος, και το περιορισμένο πεδίο παρακολούθησης. Είναι διάφορο δηλαδή ζήτημα η χρήση κάμερας σε χώρο αεροδρομίου από την κάλυψη ολόκληρου του Δήμου Αθηναίων, που θα δημιουργούσε βάσιμα ερωτηματικά για την προσβολή του πυρήνα της φυσικής ελευθερίας (5 παρ.3 Σ). Νομίζω ότι η κίνηση που παρακολουθείται ηλεκτρονικά διαρκώς τελεί υπό τόσο ουσιώδη περιορισμό που αίρεται ο χαρακτήρας της ελευθερίας κίνησης.

Η κρατούσα βέβαια άποψη τονίζει την προσβολή της ιδιωτικής ζωής. Σε παράλληλη τροχιά, η Αρχή ΠρΠρΔεδ, υπό το πρίσμα της προστασίας προσωπικών δεδομένων κατά το κοινοτικό Δ, το Σ και τις ειδικές ρυθμίσεις του Ν.2472/97, έχει κρίνει ότι η λήψη κι επεξεργασία δεδ.πρ.χαρακτήρα  με κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης που λειτουργεί μονίμως, συνεχώς, ή κατά τακτά χρονικά διαστήματα, δεν επιτρέπεται διότι προσβάλλει την προσωπικότητα και την ιδιωτική ζωή του ατόμου (Οδηγία της 26-9-2000 για τα κλειστά κυκλώματα τηλεόρασης). Επιτρέπεται ωστόσο κατ?εξαίρεσιν (κι εδώ είναι η σημασία, στη ελαστικότητα ή μη των εξαιρέσεων), για υπέρτερο έννομο συμφέρον, σύμφωνα πάντα με την Αρχή ΠΠΔ, και υπό τους όρους του ανάλογου και ηπιότερου μέτρου, του απολύτως περιοριζόμενου στον επιδιωκόμενο  σκοπό και για χρονικό όριο αποθήκευσης 15 ημ., εκτός ειδικής άδειας της Αρχής. Τελεί επίσης υπό την αίρεση και ρητή υποχρέωση ενημέρωσης προσώπων και οχημάτων ότι ο χώρος βιντεοσκοπείται.

Η γενική αυτή υποχρέωση αυτή είναι άραγε επαρκής όταν ο βιντεοσκοπούμενος χώρος είναι όλη η Αθήνα;  Κρίσιμο ερώτημα, γιατί η Αρχή ΠΠΔ επέτρεψε με πρόσφατη απόφασή της (αρ.28 της 3-5-04) τις 293 κάμερες που ζήτησε για την Αττική η Δ/νση Ασφ.Ο.Α. Η Αρχή, με αιτιολογία την «ασφαλή και επιτυχή» διεξαγωγή των ΟΑ (απαράδεκτη στήριξη της αιτιολογίας από κοινού στην  ομαλότητα και στην ασφάλεια) επέτρεψε τις κάμερες, υπό συγκεκριμένους όρους (όχι κατοικίες, όχι συνομιλίς, διατήρηση για 7 μόνον ημ, ασφάλεια συστήματος επεξεργασίας στοιχείων. Αναλυτικότατες οι περιγραφές για τη χρησιμότητα του κυκλώματος στη ρύθμιση της κυκλοφορίας, η δυνατότητα εντοπισμού εκρήξεων δια των ηχητικών στοιχείων είναι το μόνο διευκρινιστικό στοιχείο που παρέχεται για την επίτευξη του στόχου της ασφάλειας. Χορηγήθηκε πάντως προσωρινή άδεια έως 4-10-04 αν κι η ΕΛΑΣ υποστηρίζει τη χρησιμότητα του κυκλώματος και μετά τη λήξη των ΟΑ.

Το ερώτημα που αναφύεται είναι μήπως, όταν αποδεχόμαστε ότι είμαστε διαρκώς παρακολουθούμενοι σε όλη την πόλη, η πανοπτική , η επιτηρούμενη κοινωνία είναι ήδη εδώ.

Ξαναγυρνώντας στο αρχικό ερώτημα: τώρα θα συζητήσουμε για τα δικαιώματα των πολιτών εν όψει των Ολυμπιακών αγώνων; Τώρα που ο κόσμος χάνεται; (όπως ειπώθηκε χαρακτηριστικά). Δεν είναι πραγματικό δεδομένο ότι ο κόσμος χάνεται. Πραγματικός είναι ο φόβος μας ότι ο κόσμος χάνεται. Δεδομένη είναι η ενορχηστρωμένη επίθεση διαφόρων εξωγενών παραγόντων  στον σχεδιασμό ασφάλειας των ΟΑ. Υπαρκτός επίσης είναι ο κίνδυνος τρομοκρατικού χτυπήματος λόγω της εκρηκτικής κατάστασης σε πολύ κοντινές μας υπό επίθεση ή κατοχή χώρες. Στην Ελλάδα ωστόσο θα ήταν υπερβολή να θεωρήσουμε ότι υπάρχει μείζον ζήτημα περιστολής των εγγυήσεων ασφάλειας του προσώπου εν όψει των ΟΑ , δεν έχουμε Γκουαντανάμο, ούτε, όπως οι ΄Αγγλοι, φυλακίζουμε εκ νέου όσους ελευθερώνονται από το Γκουαντανάμο. Προς τι λοιπόν η συζήτηση αυτή;
Νομίζω ότι έχει νόημα η συζήτηση γιατί η έκπτωση των θεσμικών εγγυήσεων της ισότητας και προσωπικής ασφάλειας περνά μέσα από τον εθισμό μας στη διάχυτη συλλογική ανασφάλεια. Αναφέρομαι στα μηνύματα περί τρομοκρατίας που δεν γράφουμε πια γι?αστείο στα κινητά, στο μετρό που φίλοι δηλώνουν ότι φοβούνται να χρησιμοποιήσουν κατά τη διάρκεια των Αγώνων. Η εσωτερίκευση της ιδεολογίας του φόβου και της ανασφάλειας είναι αυτή που διευκολύνει την δίχως δημόσια συζήτηση ούτε επαρκείς εγγυήσεις καταστολή, που επιτρέπει τη σύγχυση της απλής ευταξίας με τη διαφύλαξη της δημόσιας ασφάλειας, που εξασφαλίζει την αποδοχή εκ μέρους μας κάθε λογής μέτρου, όπως είναι οι επιχειρήσεις εκκαθάρισης, οι κάμερες που τοποθετούνται παντού, η παρακολούθηση με βάση το θρήσκευμα. Πράγματι συνεπώς δεν υπάρχει μείζων κίνδυνος για τις εγγυήσεις των δικαιωμάτων ενόψει των ΟΑ. Μόνον η διολίσθησή τους, η απαξίωσή τους από τον φόβο ως ιδεολογικό εργαλείο καταστολής. Μόνον τείχη που χτίζονται γύρω μας. Ανεπαισθήτως.

ΚΥΑ Εθνικής Άμυνας, Πολιτισμού, Δημόσιας Τάξης υπ?αρ. 1016/114/136-α΄, ΦΕΚ Β΄486/5-3-2004.

Πέρα από το Συντονιστικό Συμβούλιο Ολ.Ασφάλειας, που είναι διυπουργικό κατά βάσιν όργανο με τη συμμετοχή της ηγεσίας της Οργ.Επιτροπής ΟΑ Αθήνα 2004 και άλλων υψηλών παραγόντων του Κράτους και της τΑυτοδιοίκησης..

Με τα κωδικά ονόματα: Δούρειος ίππος, Γόρδιος δεσμός, Λερναία Ύδρα, Πύρινη ρομφαία, Ουράνιο τόξο, Μπλε Οδύσσεια, Ασπίς Ηρακλέους.

Και στη συνεργασία με την Ολυμπιακή Συμβουλευτική Ομάδα στην οποία συμμετέχουν οχτώ χώρες λόγω εμπειρίας, κατά το ΥΔΤ, σε θέματα ασφάλειας μεγάλων αθλητικών οργανώσεων (ΗΠΑ, Ρωσία, Ην.Βασίλειο, Αυστραλία, Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία και Ισραήλ).

 
Mega, βραδινό δελτίο ειδήσεων της Δευτέρας 15-3-04

2000/43/ΕΚ για τις διακρίσεις λόγω φυλετικής ή εθνικής καταγωγής στον τομέα της απασχόλησης, επαγγελματικής εκπαίδευσης, παροχής αγαθών και υπηρεσιών, 2000/78/ΕΚ για τις διακρίσεις λόγω ηλικίας, φύλου, γενετήσιου προσανατολισμού, αναπηρίας, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων στον τομέα της απασχόλησης κι εργασίας. 

Οι φυλακές της μιζέριας, εκδ.Πατάκη 2001.

ibid σ.37.

 
Εξάλλου, η ΕΛΑΣ διαθέτει απείρου κάλλους διακριτική ευχέρεια για την πρόληψη του εγκλήματος «και την εξασφάλιση της δημόσιας ειρήνης, ευταξίας και απρόσκοπτης κοινωνικής διαβίωσης των πολιτών» κατά το π.δ. 141/91 να επιτηρεί τους επαίτες, αλήτες και ύποπτους, (άρθρ. 94.γ) δηλαδή «να φροντίζει για την απαλλαγή της κοινωνίας από την επαιτεία και την αλητεία γιατί αυτές προάγουν την ανεργία και προετοιμάζουν τους νέους εγκληματίες» (άρθρ.98).
αναφορά 20958/31-10-02 προς τον ΣτΠο, χειριστής Μ.Τσαπόγας, η οποία αφορούσε τη λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων και φωτογράφιση προσαγομένων (εγκληματολογική σήμανση). 

 
Σύμφωνα με το έγγραφο της Δ/νσης Αστυν.Ν-Α Αττικής, 6004/15/59-στ΄/8.1.2003

Με το υπ’ αρ.πρωτ.6004/15/1110-ζ/ 9-5-2001 έγγραφο της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής.

Στην υπόθεση αυτή ο ΣτΠολίτη απευθύνθηκε δύο φορές (με τα από 10/7/2001 και 7/01/2002 έγγραφα) στην Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων για τις δικές της τυχόν ενέργειες και κανονιστικές αποφάσεις  ως προς τους όρους τήρησης αστυνομικού αρχείου με προσωπικά δεδομένα τα οποία δύναται να συνδεθούν με ποινικά αδικήματα. Πλην όμως η Αρχή ΠΠΔ δεν πήρε θέση επί του ζητήματος. Βλ. ωστόσο την απόφαση της Αρχής ΠΠΔ 100/2002 για τρίμηνο όριο διατήρησης των στοιχείων πελατών από τα ξενοδοχεία, τα οποία διαβιβάζονται στην ΕΛΑΣ και τηρούνται για το ίδιο χρονικό διάστημα.

Έγγραφο ΣτΠο υπ?αρ.πρωτ. 15761/00/2.5/9.6.03.

βλ. και για τη διαβίβαση στοιχείων εισιτηρίων από την Αθήνα 2004 ΑΕ στη ΔΟΕ την άδεια της Αρχής ΠΠΔ 13/2003. 

Βιομετρικά δεδομένα: Η ΑρχήΠΠΔ τα δέχεται υπό όρους για τους εργαζόμενους στο μετρό, απόφαση 9/2003, τα αρνείται στο πιλοτικό πρόγραμμα της ΙΑΤΑ, απόφαση 52/2003.

Εκτός εάν θεωρηθεί ο αντιτρομοκρατικός νόμος 2928/01 ως μέτρο εν όψει των Ολ.Αγώνων.

 

κοινωνικά δικαιώματα, σύνταγμα

Μέλος

Newsletter