Το Σχολείο Πρέπει να Είναι Ουδέτερο Θρησκευτικά
Κι αυτό δεν σημαίνει ότι το σχολείο θα διδάσκει την αθεΐα και τον κοσμικισμό ή δε θα σέβεται την πίστη του καθενός.
Του Αλέξανδρου Σακελλαρίου*
Το ζήτημα της εκκοσμίκευσης του σχολείου αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές παραμέτρους της συζήτησης περί εκκοσμίκευσης του κράτους και των σχέσεων κράτους και Εκκλησίας. Τρία είναι τα βασικά θέματα που συνήθως τίθενται στο επίκεντρο των συζητήσεων και των αντιπαραθέσεων: Η προσευχή, ο εκκλησιασμός και τα θρησκευτικά, ενώ δεν πρέπει να παραγνωρίζεται και η διανομή θρησκευτικών βιβλίων ή φυλλαδίων στα σχολεία αποκλειστικά της επικρατούσας θρησκείας. Στο πλαίσιο αυτό τίθενται τα εξής ερωτήματα.
Πρώτον: Τι είναι το σχολείο; Αποτελεί πηγή γνώσης; Θέλουμε να αποτελεί πηγή γνώσης; Ποια γνώση, όμως, προσφέρεται μέσω του μαθήματος των θρησκευτικών, ακόμη και με την ειλικρινή προσπάθεια που έλαβε χώρα τα τελευταία χρόνια; Το νέο βιβλίο –φάκελος μαθήματος– της Γ’ Δημοτικού, όταν τα παιδιά αρχίζουν να διδάσκονται θρησκευτικά, γράφει ήδη στην αρχή: «ελπίζω να σου δώσουν [τα θρησκευτικά] την ευκαιρία να κατανοήσεις πόσο σημαντικό είναι να ζούμε όλοι μαζί στον όμορφο κόσμο που μας χάρισε ο Θεός» (σ.7) και επίσης (σ.121) «η φύση και το περιβάλλον, ο κόσμος που μας περιβάλλει και στον οποίον ζούμε είναι η δημιουργία του Θεού», ενώ σε άλλο σημείο (σ.32) γίνεται αναφορά στην σχολική προσευχή και στη σημασία της. Επίσης, δίνεται οδηγία στους μαθητές για την ακόλουθη άσκηση: «Ακούμε το απολιτίκιο των τριών Ιεραρχών, αναλαμβάνουμε να το μάθουμε και να το ψάλλουμε την παραμονή της γιορτής σε όλο το σχολείο ή αν εκκλησιαστούμε ζητάμε από τους ψάλτες να τους βοηθήσουμε να το ψάλλουν τη στιγμή που πρέπει» (σ.36). Ποια γνώση αλήθεια προάγουν αυτές οι αναφορές; Τα εν λόγω ελάχιστα παραδείγματα δεν παραπέμπουν απλώς σε ομολογιακό μάθημα, αλλά κατά περίπτωση σε κατηχητικό.
Γιατί, συνεπώς, θα πρέπει να διδάσκεται μία θρησκεία, η χριστιανική και δη η ορθόδοξη, ως αλήθεια και ως κυρίαρχη; Θα ήταν σαν σε ένα μάθημα πολιτικής αγωγής τα παιδιά να διδάσκονται μόνο για τον κομμουνισμό, σαν να μην υπήρχαν άλλες πολιτικές ιδεολογίες ή σε ένα μάθημα πολιτικής οικονομίας να διδάσκονται μόνο για τα οφέλη και τη χρησιμότητα του νεοφιλελευθερισμού. Το μάθημα των θρησκευτικών, ακόμη και υπ’ αυτήν τη θεωρούμενη προοδευτική μορφή του δεν αφορά την επιστημονική γνώση, αλλά τη μεταφορά μίας θρησκευτικής πίστης με ψήγματα αναφοράς σε άλλες θρησκείες. Αν κανείς μελετήσει προσεκτικά το υλικό, ποσοτικά τουλάχιστον, το 80% αυτού αναφέρεται στον χριστιανισμό και ιδίως στην ορθοδοξία. Εδώ ορισμένοι θέτουν το εξής ερώτημα: Δεν πρέπει όσοι ζουν στην Ελλάδα να μάθουν για τη θρησκεία του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού της αποκτώντας μία πολιτισμική μόρφωση; Η πρώτη απάντηση είναι η εξής: Εφόσον το μεγαλύτερο ποσοστό είναι Ορθόδοξοι δεν γνωρίζουν τη θρησκεία τους; Υπάρχει ανάγκη αυτού του μαθήματος; Αν από την άλλη πλευρά αυτό το επιχείρημα αναφέρεται στους ξένους (μετανάστες, πρόσφυγες) γιατί θα πρέπει να μάθουν το απολυτίκιο των τριών ιεραρχών ή αν αφορά στους άθεους ή τους αγνωστικιστές γιατί θα πρέπει να διδαχθούν ότι ο Θεός έφτιαξε τον κόσμο; Εκτός αυτού, θα πρέπει οι θιασώτες περί πολιτισμικής μόρφωσης να απαντήσουν στο εξής ερώτημα: γιατί το εν λόγω μάθημα θα πρέπει να διδάσκεται επί δέκα συναπτά έτη, από την Γ’ Δημοτικού μέχρι την Γ’ Λυκείου; Δεν θα μπορούσε να υφίσταται, έστω ένα τέτοιου είδους μάθημα, σε δύο τάξεις του Δημοτικού και σε μία του Γυμνασίου και του Λυκείου; Γνωρίζουμε, βέβαια, τουλάχιστον κοινωνιολογικά, ότι το σχολείο και το εκπαιδευτικό σύστημα αποτελούν ιδεολογικό μηχανισμό του κράτους. Θα πρέπει να μετατρέπεται άραγε το σχολείο και σε ιδεολογικό μηχανισμό της Εκκλησίας; Υπό αυτές τις συνθήκες τίθεται και το εξής ερώτημα: Για ποιο λόγο η Εκκλησία δεν αναλαμβάνει η ίδια αυτό το έργο της θρησκευτικής μόρφωσης; Φοβάται; Δεν είναι ικανή; Εν κατακλείδι, εφόσον η Εκκλησία επιθυμεί μπορεί να οργανώσει τα κατηχητικά της και «όσοι πιστοί προσέλθετε…».
Δεύτερον. Άμεσα συνδεόμενο με τα παραπάνω είναι και το ερώτημα τι θέλουμε να παράγει το σχολείο, πολίτες ή πιστούς; Δυστυχώς στην Ελλάδα υφίσταται σύγχυση πιστού και πολίτη και προφανώς πολιτικής και θρησκείας. Η πίστη τίθεται ως πρωταρχική, ενώ η ιδιότητα του πολίτη σε δεύτερη θέση. Ταυτόχρονα, βέβαια, δεν υφίσταται και καμία διάκριση πίστης και γνώσης. Η θρησκευτική πίστη πρέπει να γίνεται σεβαστή και αυτό είναι αδιαπραγμάτευτο. Δεν μπορεί, όμως, να λαμβάνει θέση θεσμικά στο σχολείο ως ισόκυρη της γνώσης και να επηρεάζει την αντίληψη του πολίτη. Δεν συζητάει κανείς για απαγόρευση θρησκευτικών συμβόλων, έκφρασης θρησκευτικών αντιλήψεων και πεποιθήσεων ή τέλεσης θρησκευτικών τελετουργιών ακόμα και στον δημόσιο χώρο. Αλλά το κράτος και το σχολείο οφείλουν να είναι κοσμικά ή όπως συνήθως λέγεται ουδετερόθρησκα. Δυστυχώς πολλοί δεν κατανοούν τη διαδικασία της εκκοσμίκευσης. Η εκκοσμίκευση του κράτους είναι επιβεβλημένη, αλλά η εκκοσμίκευση της κοινωνίας δεν είναι ούτε αυτονόητη ούτε υποχρεωτική. Μπορεί κάλλιστα να υφίσταται ένα κοσμικό, ουδετερόθρησκο, κράτος και μία θρησκευόμενη και πλειοψηφικά πιστή κοινωνία. Ποιος το εμποδίζει αυτό; Ή ποιος το φοβάται αυτό; Μήπως η Εκκλησία για λόγους εξουσίας;
Τρίτον. Στο Σύνταγμα και βέβαια στις αποφάσεις του ΣτΕ για τα θρησκευτικά γίνεται λόγος περί θρησκευτικής συνείδησης. Γνωρίζουμε άραγε τι σημαίνει συνείδηση; Η συνείδηση δεν επιβάλλεται εκ των άνω, ούτε από το σχολείο ούτε από την οικογένεια, αλλά διαμορφώνεται διαλεκτικά μέσω αμφισβήτησης και συγκρούσεων με την κοινωνία, την οικογένεια, πολλές φορές ακόμα και με τον ίδιο μας τον εαυτό. Αυτό είναι η συνείδηση με κοινωνιολογικούς και φιλοσοφικούς όρους. Εμείς εδώ τι λέμε; Ότι επιβάλλουμε και διαμορφώνουμε τη θρησκευτική συνείδηση των παιδιών μας, εκ των άνω. Η θρησκευτική συνείδηση, δε, ενδέχεται να περιλαμβάνει και την άρνηση του θείου, την ανοιχτή κριτική και αμφισβήτηση. Θρησκευτική συνείδηση, δηλαδή, μπορεί να έχει και ο άθεος και ο αγνωστικιστής, να έχει διαμορφώσει με άλλα λόγια μία συνείδηση για το θρησκευτικό φαινόμενο. Και, βέβαια, πρόκειται για μία σχετικά μακρά διεργασία και διαδικασία και δεν γίνεται να κάνουμε λόγο για θρησκευτική συνείδηση σε παιδιά 8 ετών, τότε πρόκειται για επιβολή ταυτότητας.
Τέταρτον. Τέλος, τίθεται το εξής ερώτημα. Σεβόμαστε τα δικαιώματα του παιδιού; Φέτος συμπληρώθηκαν 30 χρόνια από τη διεθνή σύμβαση των δικαιωμάτων του παιδιού, την οποία έχουν υπογράψει πολλές χώρες, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα. Ένα από τα θέματα, το οποίο αναφέρεται στην εν λόγω σύμβαση αφορά στην ελευθερία έκφρασης, συνείδησης και θρησκείας του παιδιού. Σύμφωνα, λοιπόν, με το άρθρο 14, παρ. 1, «τα συμβαλλόμενα κράτη σέβονται το δικαίωμα του παιδιού για ελευθερία της σκέψης, συνείδησης και θρησκείας». Προλαβαίνοτας όσους προτρέξουν, η επόμενη παράγραφος αναφέρει ότι «τα συμβαλλόμενα κράτη σέβονται το δικαίωμα και το καθήκον των γονέων […] να καθοδηγούν το παιδί στην άσκηση του παραπάνω δικαιώματος κατά τρόπο που να ανταποκρίνεται στην ανάπτυξη των ικανοτήτων του». Ας υπογραμμιστεί ότι η παράγραφος αναφέρει να το καθοδηγούν. Πουθενά δεν αναγράφει να το υποχρεώνουν ή να του επιβάλλουν τις απόψεις τους και βεβαίως δεν υπάρχει καμία αναφορά ότι το σχολείο πρέπει να αναλάβει αυτόν τον ρόλο της επιβολής ή έστω της καθοδήγησης.
Συνοψίζοντας, το σχολείο, όπως και το κράτος, πρέπει να είναι ουδέτερο θρησκευτικά, ανεξαρτήτως του τι κάνει η κοινωνία, και αυτό δεν σημαίνει ότι το σχολείο θα διδάσκει την αθεΐα και τον κοσμικισμό, ούτε ότι η πίστη του καθενός δεν θα γίνεται σεβαστή. Υπό το φως των αποφάσεων του ΣτΕ υπάρχει και μία θετική διάσταση. Η αναφορά σε ένα παράλληλο μάθημα: «Η δε Πολιτεία οφείλει, εφόσον συγκεντρώνεται ικανός αριθμός μαθητών που απαλλάσσονται, να προβλέψει τη διδασκαλία ισότιμου μαθήματος προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος “ελεύθερης ώρας”». Έπειτα και από τις αντίστοιχες αποφάσεις περί της απαλλαγής, δίνεται η μεγάλη ευκαιρία μέσω μαζικών απαλλαγών να δημιουργηθεί ένα άλλο μάθημα, όπου τα παιδιά θα αποκτούν επιστημονική γνώση αναλόγως της ηλικίας τους για τις θρησκείες, τα θετικά και αρνητικά τους, ιστορικά και πολιτισμικά, με προφανείς αναφορές και στην Ορθόδοξη θρησκεία, αλλά μακράν του ομολογιακού και κατηχητικού χαρακτήρα. Θα πρόκειται τότε για μία θετική έκβαση υπέρ του κοσμικού σχολείου, της δημιουργίας πραγματικής θρησκευτικής συνείδησης και της επικράτησης της γνώσης.
* Δρ. Κοινωνιολογίας της θρησκείας, Πάντειο Πανεπιστήμιο & Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Μέλος ΔΣ της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου
** Το άρθρο δημοσιεύεται στο στήλη “Ρισπεκτ” στο πλαίσιο της συνεργασίας της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου με το VICE Greece στις 23 Δεκεμβρίου 2019
https://www.vice.com/gr/article/pkey4n/to-sxoleio-prepei-na-einai-oydetero-8rhskeytika?fbclid=IwAR06EAxcVVeZeW42vKupKayjn-sF0U56WSt-eu9igrj8GcRow-jy_qDYzrQ
*** Το άρθρο είναι επεξεργασμένη και συντομευμένη εκδοχή ομιλίας στην εκδήλωση της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, «Βήματα μπρος και πίσω για τη θρησκευτική ελευθερία και τις σχέσεις κράτους-Εκκλησίας» στις 18 Νοεμβρίου 2019 στη Στοά του Βιβλίου.