Τα μειονοτικά σωματεία και η διάταξη για την επανάληψη εξέτασης υποθέσεων μετά από καταδίκη της χώρας από το ΕΔΔΑ
Η πρόσφατη κατάθεση τροπολογίας από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται η αίτηση επανάληψης εξέτασης από τα ελληνικά δικαστήρια υποθέσεων για τις οποίες έχει καταδικαστεί η Ελλάδα από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, έφερε πάλι στο προσκήνιο την υπόθεση των μειονοτικών σωματείων και άνοιξε μια δημόσια συζήτηση, όπου η προσπάθεια δημιουργίας πρόσκαιρων εντυπώσεων επικράτησε – για μία ακόμη φορά – της ουσίας και των λογικών επιχειρημάτων. Στο πλαίσιο αυτό, η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου θέλει να σημειώσει τα ακόλουθα:
Πρώτον, η διάταξη που επιχειρείται να εισαχθεί με την τροπολογία του Υπουργείου Δικαιοσύνης δεν είναι καινοφανής στο ελληνικό δίκαιο. Ισχύει ήδη για τις ποινικές υποθέσεις εδώ και δέκα επτά έτη (εισήχθη με τον ν. 2865/2000) και για τα διοικητικά δικαστήρια εδώ και επτά έτη (εισήχθη με τον ν. 3900/2010) και εφαρμόζεται απρόσκοπτα· τώρα απλώς επεκτείνεται και στα πολιτικά δικαστήρια.
Δεύτερον, η διάταξη αφορά όλες τις υποθέσεις που οποιοδήποτε πρόσωπο έχει ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου και όχι αποκλειστικά την υπόθεση ενός συγκεκριμένου μειονοτικού σωματείου. Η υιοθέτησή της είναι αναγκαία στο πλαίσιο των μέτρων συμμόρφωσης με τις αποφάσεις του ΕΔΔΑ και συνιστά ελάχιστη υποχρέωση της χώρας από τη συμμετοχή της στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Και ταυτόχρονα ελάχιστη υποχρέωση έναντι των Ελλήνων πολιτών που δικαιώνονται για παραβάσεις των δικαιωμάτων τους.
Τρίτον, η διάταξη αυτή δεν υποχρεώνει τα ελληνικά δικαστήρια να αποδεχθούν τη θέση του ΕΔΔΑ, αλλά μόνο να επανεξετάσουν την υπόθεση.
Τέταρτον, το δικαίωμα κάθε ένωσης προσώπων στη νομική αναγνώρισή της και την επιλογή της ονομασίας της συνιστά θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα. Όπως η ΈλΕΔΑ έχει πολλές φορές τονίσει[1], η συνεχιζόμενη άρνηση των ελληνικών δικαστηρίων να εγγράψουν ορισμένα μειονοτικά σωματεία με επίκληση δήθεν «εθνικών» λόγων, είτε χρησιμοποιούν τον όρο «τουρκικός» στην ονομασία τους είτε όχι[2], ακόμη και μετά την καταδίκη της χώρας από το ΕΔΔΑ, εκθέτει την Ελλάδα διεθνώς και υπονομεύει τις στοιχειώδεις δικαιοκρατικές εγγυήσεις της ελληνικής έννομης τάξης. Η υιοθέτηση της συγκεκριμένης διάταξης δεν επιλύει οριστικά το συγκεκριμένο ζήτημα ούτε απαλλάσσει τον νομοθέτη από την υποχρέωση λήψης όλων των αναγκαίων μέτρων συμμόρφωσης, αλλά αποτελεί ένα πρώτο, δισταχτικό βήμα προς την κατεύθυνση της οριστικής επίλυσης. Το βάρος πια πέφτει στην ελληνική δικαιοσύνη, η οποία οφείλει, απαλλαγμένη από ιδεοληπτικές κατασκευές εθνικοφροσύνης, να σταθεί στο ύψος της αποστολής της ως κατεξοχήν προστάτης των δικαιωμάτων στην ελληνική επικράτεια.
Ο σεβασμός των δικαιωμάτων της μειονότητας στο πλαίσιο της ισονομίας και ισοπολιτείας είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ουσιαστική επίλυση των προβλημάτων της. Και η δυνατότητα επανεξέτασης των υποθέσεων από τα ελληνικά δικαστήρια μετά τη δικαίωση κάποιου προσφεύγοντος από το ΕΔΔΑ, πολύτιμο εργαλείο για την εμπέδωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα μας.
—–
[1] Βλ. ιδίως το αναλυτικό Κείμενο Τεκμηρίωσης για τη μειονότητα της Θράκης που υπάρχει αναρτημένο στο site μας, www.hlhr.gr.
[2] Υπενθυμίζουμε ότι από τα ελληνικά δικαστήρια έχει απαγορευθεί η λειτουργία τόσο της «Τούρκικης Ένωσης Ξάνθης» όσο και του «Συλλόγου Μειονότητας Ν.Έβρου», παρότι το τελευταίο σωματείο δεν κάνει καμία αναφορά στο καταστατικό του ή την ονομασία του σε τουρκική εθνική καταγωγή των μελών του. Η επίμαχη τροπολογία προωθήθηκε στο πλαίσιο συμμόρφωσης με την απόφαση του ΕΔΔΑ Bekir-Ousta κατά Ελλάδας, που αφορά τον «Σύλλογο Μειονότητας Ν.Έβρου».