Η ψήφος είναι ελληνική…
Toυ Αντώνη Σπάθη*
Με την τροπολογία που κατατέθηκε από τον υπουργό Εσωτερικών κ. Μιχελάκη, με την οποία αφαιρείται οριστικά το δικαίωμα ψήφου από τους νόμιμα διαμένοντες μετανάστες και τους ομογενείς στις εκλογές της τοπικής αυτοδιοίκησης, παίχτηκε ουσιαστικά η τελευταία πράξη μιας φαρσοκωμωδίας, το τέλος της οποίας ήταν προδιαγεγραμμένο εδώ και καιρό και συγκεκριμένα από την έκδοση της απόφασης της ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (460/2013). Η κατάργηση των επίμαχων διατάξεων των άρθρων 14-21 του Ν.3838/2010 (νόμος Ραγκούση) ήταν η τελευταία εκκρεμότητα για να ολοκληρωθεί η εθνικο-πατριωτική και συντηρητική οπισθοχώρηση σε ιδεοληψίες καθαρών εθνών και Ελλήνων το γένος πολιτών, για την οποία επιστρατεύτηκε, όπως φαίνεται, ο πλέον παραδοσιακός εκφραστής συντηρητισμού, η ελληνική δικαιοσύνη.
Η συγκυρία μόνο τυχαία δεν μπορεί να είναι, αφού μετά από τον αποκλεισμό της δυνατότητας απόκτησης της ελληνικής ιθαγένειας από τα παιδιά που είτε γεννήθηκαν είτε έζησαν από μικρή ηλικία στη χώρα μας και έχουν ενταχθεί πλήρως σε αυτή, ήρθε και ο αποκλεισμός όσων διαβιούν μόνιμα στην Ελλάδα, εργάζονται και παράγουν πλούτο, από το δικαίωμα να συμμετέχουν τουλάχιστον στις τοπικές υποθέσεις, που εξ ορισμού τους αφορούν.
Αντιλαμβάνομαι ότι το ζήτημα είναι γενικότερα ιδεολογικό και έχει να κάνει με το τι είδους κοινωνία θέλουμε να οικοδομήσουμε ως λαός, μέσα σε τι περιβάλλον επιθυμούμε να ζήσουμε, να αναπτυχθούμε ως προσωπικότητες, να προοδεύσουμε. Μια μερίδα συμπολιτών μας είναι δεδομένο ότι επιθυμεί την καθιέρωση (ή καλύτερα τη διατήρηση) ενός καθεστώτος κοινωνικών αποκλεισμών, διακριτών διαχωριστικών γραμμών εχόντων και κατεχόντων, όπου θα προτάσσεται η διατήρηση του ‘έθνους’ ως προνόμιο ιερό, αμετάβλητο και αποκλειστικά εξαρτώμενο από το δίκαιο του αίματος. Κάτι τέτοιο είναι απολύτως θεμιτό και άλλωστε η δημοκρατία λύνει αυτές τις διαφορές δίνοντας στην πλειοψηφία το δικαίωμα να νομοθετεί. Ωστόσο – όπως έχουμε επισημάνει ήδη η από 14 Νοεμβρίου 2012 στην Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου- είναι αδιανόητη και επικίνδυνη η μεταμφίεση των ιδεολογικών και πολιτικών προτιμήσεων της πλειοψηφίας των δικαστών σε συνταγματικό θέσφατο.
Και εξηγούμαι: βάσει του άρθρου 51 παρ. 3 του Συντάγματος «οι βουλευτές εκλέγονται από τους πολίτες που έχουν εκλογικό δικαίωμα, όπως ο νόμος ορίζει», ενώ στο άρθρο 102 παρ.2 αναφέρεται ότι οι αρχές των ΟΤΑ «εκλέγονται με καθολική και μυστική ψηφοφορία, όπως νόμος ορίζει». Ενώ λοιπόν πουθενά στο Σύνταγμα δεν αναφέρεται η ελληνική εθνοτική καταγωγή ως προϋπόθεση για την κτήση δικαιώματος ψήφου -σε αντιπαραβολή μάλιστα με τη διάταξη του άρθρου 55 του Συντάγματος περί του παθητικού εκλογικού δικαιώματος («για να εκλεγεί κανείς βουλευτής απαιτείται να είναι Έλληνας πολίτης»)- εντούτοις το ΣτΕ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το εκλογικό δικαίωμα ανήκει μόνον στους Έλληνες, προχωρώντας σε ένα λογικό αλλά και νομικά εσφαλμένο ερμηνευτικό άλμα εν μέσω αμφισβητούμενων ερμηνειών όρων όπως «έθνος», «πολίτης», «λαός». Και με αυτόν τον τρόπο έβγαλε τον πρωθυπουργό από τη δύσκολη θέση να καταργήσει ο ίδιος, όπως είχε υποσχεθεί προεκλογικά, το νόμο Ραγκούση ρισκάροντας να δημιουργήσει τριγμούς με τους συγκυβερνώντες του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜ.ΑΡ, που τότε ακόμα στήριζε την κυβέρνηση.
Όπως και να ‘χει το πράγμα, αναμφισβήτητο είναι ότι τα τελευταία τρία χρόνια η Ελλάδα έχει πραγματοποιήσει σταθερά και μεθοδικά μια μεγάλη στροφή προς την συντήρηση με την καθιέρωση και συνταγματική κατοχύρωση εθνικιστικών ιδεοληψιών. Χιλιάδες μετανάστες παραμένουν για ενάμιση περίπου χρόνο φυλακισμένοι σε απάνθρωπες συνθήκες κράτησης και χωρίς νόμιμη αιτία σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, εκατοντάδες χάνονται στα νερά του Αιγαίου ή του Έβρου επιχειρώντας να εισέλθουν στη χώρα μας, ενώ άλλοι τόσοι επαναπροωθούνται βίαια κατά παράβαση διεθνών συμβάσεων και ελληνικών νόμων, παιδιά που έχουν γνωρίσει μόνο την Ελλάδα ως πατρίδα εκπίπτουν από τη νομιμότητα, ομογενείς υπερήλικες αποκλείονται από οποιαδήποτε δυνατότητα να ζήσουν με αξιοπρέπεια, νόμιμοι μετανάστες που δεν μπορούν σε καθεστώς κρίσης να συμπληρώσουν ένσημα καλούνται να περάσουν στο περιθώριο και την παρανομία αποκλειόμενοι από κάθε κοινωνική παροχή και δικαίωμα. Είναι καιρός η αριστερά να βάλει αυτά τα ζητήματα στην ατζέντα της σε πρώτο πλάνο και να κατανοήσει ότι το δίλημμα μνημόνιο – αντιμνημόνιο, έτσι ξερό, δεν είναι το μόνο διακύβευμα. Υπάρχει πάντα και πιο επίκαιρο από ποτέ το παραδοσιακό δίλημμα συντήρηση – πρόοδος, και δεν θα πρέπει να το λησμονούμε ποτέ.
* Ο Αντώνης Σπάθης είναι δικηγόρος, μέλος της ελληνικής ένωσης για τα δικαιώματα του ανθρώπου.
άρθρο στην εφ. “Η Εποχή” (16.02.2014)