Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και διατήρηση προσωπικών δεδομένων
Προς μια νέα ευρωπαϊκή στάθμιση ασφάλειας και δικαιωμάτων
Η σταδιακή επέκταση των αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα ποινικού ενδιαφέροντος την τελευταία δεκαετία φέρνει στο προσκήνιο μια σειρά από ζητήματα που αφορούν τα όρια των δικαιοδοσιών της και των δικαιοκρατικών εγγυήσεων που πρέπει να απολαμβάνουν οι πολίτες κατά την άσκηση της ποινικής καταστολής. Τα σχετικά ζητήματα αναλύθηκαν σε ημερίδα που διοργάνωσε η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου στις 8 Δεκεμβρίου 2005 στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών.
Ειδικότερα, αναφερόμαστε στα ζητήματα που ανακύπτουν από την εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Εντάλματος σύλληψης και της διατήρησης των προσωπικών δεδομένων για λόγους που σχετίζονται με την καταπολέμηση του εγκλήματος. Το ζήτημα των ορίων της δικαιοδοσίας της Ε.Ε στην ποινική καταστολή καθώς και οι δικαιοκρατικές εγγυήσεις που συνοδεύουν τη δράση αυτή στο επίπεδο του κράτους συνδέονται άμεσα με τη δημοκρατική αρχή. Επειδή η ποινική καταστολή έχει ως παρεπόμενο τη στέρηση της ατομικής ελευθερίας, σε πολλές χώρες της Ευρώπης είναι δυνατή μόνο μετά από απόφαση του δημοκρατικά νομιμοποιημένου νομοθέτη, δηλαδή του εθνικού κοινοβουλίου. Επειδή στο επίπεδο της Ένωσης οι αντιπροσωπευτικοί θεσμοί, όπως είναι το Ευρωκοινοβούλιο, έχουν περιορισμένες αρμοδιότητες, ένα πρώτο ζήτημα αφορά τη δυνατότητα της Ε.Ε να ασκεί πολιτική στον τομέα του ποινικού δικαίου ως αυτόνομη από τα κράτη βαθμίδα εξουσίας.
Η σχετική συζήτηση ορθά εντοπίζει το δικαιοκρατικό έλλειμμα που συνεπάγεται η εκχώρηση σχετικών αρμοδιοτήτων σε θεσμούς όπως είναι το Συμβούλιο των Υπουργών. Ωστόσο, η επισήμανση αυτή δεν θα πρέπει να οδηγεί μονοσήμαντα στο συμπέρασμα ότι η Ε.Ε δεν μπορεί να έχει αρμοδιότητες στον τομέα της ποινικής καταστολής. Αντιθέτως, θα πρέπει να ανοίξει τη συζήτηση σχετικά με τη μείωση του δημοκρατικού ελλείμματος στην Ε.Ε ως αντίβαρο στην εκχώρηση περισσότερων εξουσιών.
Το Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, προκάλεσε εξ αρχής σε πανευρωπαϊκό επίπεδο σοβαρά ερωτηματικά σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου ενώ η εισαγωγή του στην ελληνική έννομη τάξη γέννησε πολλαπλές ανησυχίες για την συνταγματική προστασία του ατόμου. Το «δικαστικό ένταλμα» σε πολλές χώρες εκδίδεται από διοικητικές αρχές και όχι από δικαστικές. Η εγγύηση του διπλού αξιοποίνου ανήκει πλέον στο παρελθόν, καθώς εκδίδονται πλέον και άτομα για πράξεις που δεν είναι αξιόποινες στην Ελλάδα. Η έκδοση ελλήνων πολιτών σε ξένες διωκτικές αρχές είναι αθρόα, παρά τις ρητές αντίθετες κυβερνητικές διαβεβαιώσεις. Η ελληνική δικαιοσύνη όχι μόνο δε συμμερίζεται τις ανησυχίες αυτές αλλά, αντίθετα, φαίνεται να περιορίζει ακόμα περισσότερο την προστασία του ατόμου. Ωστόσο, ανώτατα δικαστήρια άλλων χωρών (Γερμανία, Κύπρος, Πολωνία, Βέλγιο) δημι-ούργησαν καίριο ρήγμα στο Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, μπλοκάροντας την εφαρμογή του.
Εν κατακλείδι, διαπιστώνει κανείς από την έως τώρα εμπειρία σχετικά με την εφαρμογή του Ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης ότι αυτό παραπέμπει σ’ ένα ενιαίο ευρωπαϊκό χώρο καταστολής αντί δικαιοσύνης, χωρίς ωστόσο να έχουν δημιουργηθεί αντίστοιχα αντίβαρα φιλελεύθερων εγγυήσεων και δικαιωμάτων μέσα στο χώρο αυτό.
Η Πρόταση Οδηγίας της 21.09.2005 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για διατήρηση από 6 έως 24 μήνες αρχείου τηλεπικοινωνιακών δεδομένων υιοθετήθηκε πρόσφατα παρά την έντονη κριτική των αρμοδίων οργάνων της ΕΕ (Ευρωπαίου επόπτη προστασίας δεδομένων, Γνωμοδοτικής ομάδας του άρθρου 29 της Οδηγίας περί προστασίας δεδομένων). Το αρχείο αυτό αφορά στοιχεία κλήσεων, δηλαδή χρέωσης και κίνησης, σταθερής και κινητής τηλεφωνίας, e-mails και χρήσης διαδικτύου. Η εν λόγω Οδηγία καθιστά την καταπολέμηση του εγκλήματος στην επικράτεια της ΕΕ νομιμοποιητική βάση για ένα καθεστώς γενικής παρακολούθησης, προς χρήσιν δικαστικών και διωκτικών αρχών. Διαρρηγνύεται η αρχή του ειδικού, συγκεκριμένου και σαφούς σκοπού που διείπε μέχρι τώρα τη διατήρηση προσωπικών δεδομένων. Όλοι πλέον είναι ύποπτοι. Η εκτεταμένη τήρηση στοιχείων επικοινωνίας για το απλό ενδεχόμενο προσβολής ποινικού αγαθού παραβιάζει καταφανώς την αρχή της αναλογικότητας. Ο στόχος της ασφάλειας διαφεύγει πλέον όχι μόνον της δικαιοδοσίας των κρατών-μελών της ΕΕ αλλά της δημόσιας σφαίρας γενικότερα, αφού βασικοί παράγοντες διασφάλισής του καθίστανται οι ιδιωτικές εταιρείες-πάροχοι ηλεκτρονικής επικοινωνίας.
Από τα προηγούμενα, αναδεικνύονται μείζονα προβλήματα από την εκχώρηση αρμοδιοτήτων ποινικής καταστολής στην Ε.Ε χωρίς την αντίστοιχη κατοχύρωση δικαιοκρατικών εγγυήσεων υπέρ των πολιτών, εγγυήσεων τουλάχιστον αντίστοιχων με αυτές που διασφαλίζονται στο επίπεδο του κράτους. Η παράλειψη αυτή δεν είναι ζήτημα τυπικής κατοχύρωσης δικαιωμάτων και ελευθεριών στο επίπεδο της Ε.Ε, αλλά αφορά κατ’ ουσίαν την ίδια την οργανωτική δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θεωρούμε πως οποιαδήποτε λύση δεν μπορεί παρά να έχει ως αφετηρία αυτή τη διαπίστωση και συνεπώς να κινείται στην κατεύθυνση ενδυνάμωσης των δικαιοκρατικών εγγυήσεων στο επίπεδο της Ε.Ε σε βαθμό ανάλογο με τις αρμοδιότητες που της εκχωρούνται.
φωτογραφία: MPD01605