Ένας χρόνος Ξένιος Ζεύς: το απόλυτο αρνητικό άθροισμα
Πέρσι, αρχές Αυγούστου, σε ένα καλοκαίρι με πολύ λιγότερες ειδήσεις από το φετινό, το μεγάλο νέο ήταν αυτή η επιχείρηση σύλληψης και κράτησης παράνομα διαμενόντων αλλοδαπών υπό μια υποδειγματική επωνυμία μαύρου χιούμορ και σαρκασμού (πιθανώς πολιτικής ευρηματικότητας, κατά τους εμπνευστές της).
Τα αποτελέσματα του πρώτου έτους του Ξένιου Διός είναι ότι σε σύνολο περισσοτέρων των ογδόντα χιλιάδων προσαγωγών κρατούνται τέσσερις χιλιάδες αλλοδαποί ήδη για ένα χρόνο στα νέα κέντρα κράτησης της ελληνικής επικράτειας και κανείς δεν ξέρει για πόσο ακόμη.
Η ύπαρξη των κέντρων αυτών εθίζει την διοικητική κουλτούρα της Ελλάδας αλλά και την ελληνική κοινή γνώμη σε ένα νέο είδος σωφρονισμού που ισοδυναμεί με την κατά το 1/3 αύξηση των κρατουμένων στην Ελλάδα χωρίς την ύπαρξη φυλακών με στοιχειώδεις προδιαγραφές σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και επιπροσθέτως, χωρίς κανένα απολύτως σχέδιο για το «μετά» την κράτηση. Εξάλλου, για λόγους οικείους σε όσους γνωρίζουν το μεταναστευτικό-προσφυγικό στην Ελλάδα, ο αριθμός των όποιων απελάσεων που μπορούν να γίνουν είναι πολλαπλάσια χαμηλότερος του αριθμού της ομάδας – στόχου.
Κατόπιν αυτού, η μόνη δυνατή ερμηνεία για την κατανόηση του λόγου ύπαρξης αυτού του τόσο φιλόξενου θεού είναι ότι η ελληνική πολιτεία αποφάσισε ότι στους δρόμους των Αθηνών δεν έχουν θέση οι ξένοι απόκληροι, οι φτωχοί, οι περιθωριοποιημένοι διότι «αυτό δεν είναι εικόνα». Εξάλλου, κάτι τέτοιο διαφάνηκε και από μια άλλη πειραματική επιχείρηση που έλαβε χώρα το χειμώνα με το επίσης εμπνευσμένο όνομα της μητέρας του Αχιλλέα («Θέτις») της οποίας στόχος ήταν κάθε λογής εξαρτημένοι, ανεξαρτήτως ιθαγένειας.
Αναμένουμε εναγωνίως το όνομα της νέας επιχείρησης του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη που θα προστατέψει τους καθώς πρέπει πολίτες από κάθε λογής απόκληρους – Έλληνες και ξένους μαζί – οι οποίοι χαλάνε την πρόσοψη της ωραίας πόλης που δεν αντέχει άλλο κακομοιριά.
Απλώς διατρέχουμε τον κίνδυνο η νέα ομάδα στόχου να είναι κατά τι μεγαλύτερη και να συμπεριλάβει ακόμη και κάποιους που επικροτούν σήμερα τον Ξένιο Δία.
φωτογραφία: David Stanley